ΑΠΟ ΤΑ ΕΞΑΡΧΕΙΑ ΣΤΙΣ ΒΡΥΞΕΛΛΕΣ

 

ΕΡΕΥΝΑ

Οι ρυθμοί με τους οποίους εξελίσσεται γύρω μας ο κόσμος είναι ιλιγγιώδεις, τόσο που μερικές φορές μας τρομάζουν. Ενώ εμείς οι ίδιοι επιζητούμε αυτή την ταχύτατη εξέλιξη, έρχονται στιγμές που αδυνατούμε να την παρακολουθήσουμε, την αμφισβητούμε, δειλιάζουμε μπροστά της.

Στην αρχή, ήταν η ανάγκη της καθημερινότητας, το αίτημα για την επίλυση ζωτικών προβλημάτων που αφορούσαν την ζωή, που έδωσαν την ώθηση να βυθιστούν οι ερευνητές στη μεθυστική αγκαλιά της έρευνας: Τι κρύβεται πίσω από την αρρώστια και πώς μπορούμε να την θεραπεύσουμε; Πώς μπορούμε να κάνουμε πιο εύκολη τη ζωή μας στο σπίτι, στην εργασία, στην πόλη, στον πλανήτη μας; Τι μυστικά κρύβει ο ουρανός; Πώς μπορούμε να φτάσουμε στη Σελήνη; Τι βοήθεια μπορεί να μας προσφέρει ο Άρης;

Έβλεπα πριν από λίγες μόλις εβδομάδες τις πρώτες έγχρωμες φωτογραφίες από τον Κόκκινο πλανήτη, και συγκλονίστηκα: Ο άνθρωπος τα κατάφερε να σπάσει ένα ακόμη σύνορο. Μέχρι πού θα φθάσει; Και δεν άργησε να έρθει εκείνη η στιγμή που τρόμαξα με τα νέα σύνορα που διαρκώς μετακινούνται: Συνθετικά φαγητά, μεταλλαγμένα τρόφιμα, κλωνοποίηση, νανοτεχνολογία, ρομποτική, κινητή τηλεφωνία. Στο μεταξύ, τελειοποιείται και η διαδικασία του θανάτου: Νέα όπλα μαζικής καταστροφής. Από την Χιροσίμα του πυρηνικού ολέθρου, στις Ναπάλμ του Βιετνάμ, τις «έξυπνες βόμβες» των πολεμικών Καταιγίδων, και ποιος ξέρει αύριο τι άλλο.

Η Έρευνα προσφέρει απίστευτες προοπτικές στην ανθρωπότητα. Όλες οι νέες ανακαλύψεις είναι κατά κανόνα ωφέλιμες, αλλά με εξαιρέσεις οδυνηρές. Παρ΄ όλα αυτά οι προσπάθειες είναι ανάγκη να συνεχισθούν. Η πείνα στον κόσμο δείχνει περισσότερο από ποτέ απειλητική. Το ίδιο συμβαίνει με το πρόβλημα της έλλειψης καθαρού νερού. Οι αρρώστιες χτυπούν την πόρτα εκατομμυρίων ανθρώπων. Κατάρες από το παρελθόν, ο καρκίνος και το Aids, δεν έχουν ξορκιστεί. Ενεργειακές ελλείψεις απαιτούν αναζήτηση νέων μεθόδων παραγωγής ενέργειας. Και την ίδια στιγμή η αυτοματοποίηση της καθημερινής μας ζωής, δείχνει περίπου επιτακτική...

Μέσα σ΄ ένα τέτοιο, γεμάτο προκλήσεις, ανάγκες και κινδύνους, διεθνές περιβάλλον, η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν είχε περιθώρια επιλογών: Έπρεπε με τρόπο συστηματικό και μεθοδικό να μετατρέψει την Έρευνα σε εργαλείο το οποίο θα υποστηρίζει την προσπάθειά της να γίνει ανταγωνιστική δύναμη. Ταυτόχρονα, όμως, το «στοίχημα» αναδεικνυόταν διπλό για την Γηραιά Ήπειρο με τις γνωστές παραδόσεις: Έρευνα ναι, όμως με αρχές και ηθική!

Αρκετός χρόνος είχε χαθεί. Μέχρι πριν από λίγο σχετικά καιρό, οι πολιτικές της Ένωσης στο συγκεκριμένο τομέα ήταν αποσπασματικές. Το πρώτο σημαντικό βήμα πραγματοποιήθηκε το 1984: Θεσπίστηκε το πρόγραμμα Esprit (Ευρωπαϊκό Στρατηγικό Πρόγραμμα Έρευνας στις τεχνολογίες της Πληροφορικής), με στόχο και αντικείμενο την επίτευξη προόδου στον τομέα της μικροηλεκτρονικής. Οι Η.Π.Α. είχαν ήδη προχωρήσει. Το 1984 ήταν που άρχισε και η υλοποίηση του Πρώτου Προγράμματος Πλαισίου για την Έρευνα. Δύο χρόνια αργότερα, το 1986, η Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη καθιστούσε την Επιστήμη αντικείμενο κοινοτικής ευθύνης και αρμοδιότητας, και το 1993 η νομική βάση της ΄Έρευνας και Τεχνολογικής Ανάπτυξης (ΕΤΑ) διευρύνθηκε με τη Συνθήκη του Μάαστριχτ.

Φθάνουμε έτσι στον Ιανουάριο του 2000, όταν με ανακοίνωση της ΕΕ υπό τον εύγλωττο τίτλο «Για έναν ευρωπαϊκό χώρο στον τομέα της έρευνας», αναγνωριζόταν το γεγονός πως η ΕΕ πρέπει να εντείνει τις ερευνητικές και τεχνολογικές της προσπάθειές, προκειμένου να γίνει και να παραμείνει ανταγωνιστική σε μια ολοένα και πιο «παγκοσμιοποιημένη» οικονομία. Πρόοδος, η οποία αντανακλά και τη σημασία την οποία δίνει η Ένωση στο συγκεκριμένο ζήτημα, σημειώθηκε και στον αναγκαίο προϋπολογισμό: Τα σχετικά ποσά αυξήθηκαν από τα 3.250 εκατομμύρια ευρώ (του πρώτου Προγράμματος Πλαισίου, 1984-1987), στα 17,5 δισεκατομμύρια ευρώ (για το έκτο Πρόγραμμα Πλαίσιο, 2002-2006). Το τελευταίο αυτό πρόγραμμα ξεχωρίζει συγκριτικά με τα προηγούμενα και για το ότι στόχο έχει να παρασχεθεί η δυνατότητα στην ΕΕ για μια αυθεντικά κοινή στρατηγική, σχεδιασμένη για την ενίσχυση του επιστημονικού και τεχνολογικού δυναμικού της Ευρώπης. Σε κάθε περίπτωση, το τρέχον σήμερα Πρόγραμμα, θεωρείται πλέον ως μια σημαντική συμβολή στην προσπάθεια για την καθιέρωση ενός Ευρωπαϊκού Χώρου Έρευνας.

Κυρίαρχος στόχος του νέου Προγράμματος είναι να βρεθεί η Ευρώπη, μέσα σε δέκα χρόνια, στην πρωτοπορία της τεχνολογίας στον κόσμο. Ο ευρωπαϊκός χώρος έρευνας είναι ο ακρογωνιαίος λίθος του έκτου προγράμματος πλαισίου. Eυνοεί την επιστημονική αριστεία, την ανταγωνιστικότητα και την καινοτομία μέσα από την προώθηση της συνεργασίας μεταξύ των διαφόρων οικονομικών, κοινωνικών και επιστημονικών παραγόντων. Το νέο πρόγραμμα πλαίσιο αποβλέπει στην καθιέρωση δύο νέων εργαλείων: των δικτύων αριστείας και των ολοκληρωμένων έργων.

Τα δίκτυα αριστείας αποβλέπουν σε σταδιακή ολοκλήρωση των δραστηριοτήτων των εταίρων οι οποίοι δικτυώνονται μέσω των «εικονικών» κέντρων αριστείας. Τα ολοκληρωμένα έργα είναι μεγάλα έργα που αποσκοπούν στη δημιουργία κρίσιμης μάζας στο πλαίσιο ερευνητικών δραστηριοτήτων, οι οποίες έχουν ως άξονα επιστημονικούς και τεχνολογικούς στόχους σαφώς καθορισμένους.

Το έκτο πρόγραμμα πλαίσιο περιλαμβάνει πέντε ειδικά προγράμματα: την ολοκλήρωση και ενδυνάμωση του ευρωπαϊκού χώρου της έρευνας, συμπεριλαμβανομένων των θεματικών προτεραιοτήτων. Τη δόμηση του ευρωπαϊκού χώρου της έρευνας. Τις δραστηριότητες του Κοινού Κέντρου Ερευνών. Την πυρηνική ενέργεια και τις δραστηριότητες του Κοινού Κέντρου Ερευνών (Ευρατόμ).

Οι θεματικές προτεραιότητες του Προγράμματος είναι: Οι βιοεπιστήμες, γονιδιωματική και βιοτεχνολογία προς όφελος της δημόσιας υγείας, καθώς και ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της ευρωπαϊκής βιοτεχνολογίας. Οι τεχνολογίες για την κοινωνία της πληροφορίας. Στόχος εδώ είναι να δοθεί ώθηση στην ανάπτυξη των τεχνολογιών υλικού και λογισμικού, ώστε οι πολίτες να έχουν τη δυνατότητα να ενταχθούν οργανικά στην κοινωνία της γνώσης. Οι νανοτεχνολογίες, νοήμονα υλικά, νέες διεργασίες παραγωγής. Στόχος είναι να αποκτήσει η Ευρώπη δυνατότητες για την παραγωγή έρευνας και εκμετάλλευση των αποτελεσμάτων της πάνω στην αρχιτεκτονική των υπερμορίων και μακρομορίων καθώς και για εφαρμογές στη χημεία, την υγεία κλπ. Η αεροναυπηγική και το διάστημα. Σκοπός είναι η ενίσχυση των επιστημονικών και τεχνολογικών βάσεων της αεροναυπηγικής και διαστημικής βιομηχανίας της Ευρώπης, με απώτερο στόχο τη βελτίωση της ασφάλειας και την προστασία του περιβάλλοντος. Η ασφάλεια των τροφίμων και οι κίνδυνοι για την υγεία. Σκοπός είναι να τεθούν οι επιστημονικές και τεχνολογικές βάσεις για την παραγωγή και διανομή ειδών διατροφής βελτιωμένης ασφάλειας, μεγαλύτερης διατροφικής αξίας και ευρύτερης ποικιλίας. Η βιώσιμη ανάπτυξη, η πλανητική μεταβολή και τα οικοσυστήματα, συμπεριλαμβανομένης της έρευνας στον τομέα της ενέργειας και στον τομέα των μεταφορών. Αποβλέπει σε μια βιώσιμη ανάπτυξη στην οποία να ενσωματώσουμε τους περιβαλλοντικούς, οικονομικούς και κοινωνικούς στόχους, συμπεριλαμβανομένων των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, των μεταφορών και της αειφόρου διαχείρισης των χερσαίων και θαλάσσιων πόρων της Ευρώπης. Οι πολίτες και η διακυβέρνηση στην κοινωνία της γνώσης: Ο στόχος εδώ είναι να κινητοποιηθεί το ευρωπαϊκό ερευνητικό δυναμικό των οικονομικών, πολιτικών, κοινωνικών επιστημών και επιστημών του ανθρώπου που χρειάζεται για να οικοδομηθεί μια κοινωνία της γνώσης. Τέλος προβλέπονται ειδικές δραστηριότητες, των οποίων η εμβέλεια υπερβαίνει τον χώρο της έρευνας. Στο πλαίσιο αυτό μεταξύ άλλων αναφέρονται η υποστήριξη πολιτικών και η πρόβλεψη επιστημονικών και τεχνολογικών αναγκών, οι οριζόντιες δράσεις έρευνας στις οποίες συμμετέχουν οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, τα ειδικά μέτρα στήριξης της διεθνούς συνεργασίας (προκειμένου, λ.χ. να ενθαρρυνθεί η διεθνής συνεργασία των αναπτυσσόμενων χωρών, των χωρών της Μεσογείου συμπεριλαμβανομένων των χωρών των δυτικών Βαλκανίων, της Ρωσίας και των Νέων Ανεξάρτητων Κρατών στο πεδίο της έρευνας), καθώς και να υποστηριχθούν οι δραστηριότητες του Κοινού Κέντρου Ερευνών που δεν αφορούν την πυρηνική ενέργεια.

Όσον αφορά την ΕΥΡΑΤΟΜ, σημειώνεται ότι είναι ένα πρόγραμμα το οποίο σχετίζεται με την διαχείριση των πυρηνικών αποβλήτων και άλλες δραστηριότητες οι οποίες άπτονται της πυρηνικής ασφάλειας. Σημειώνεται, τέλος, ότι ποσοστό μεγαλύτερο του 5% του προϋπολογισμού του Προγράμματος προορίζεται για το Κοινό Κέντρο Ερευνών, το δίκτυο της ίδιας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που συνίσταται σε επτά ερευνητικές μονάδες σε χώρες της ΕΕ. Βασικός ρόλος του Κέντρου είναι η παροχή έγκαιρων επιστημονικών δεδομένων στους χαράσσοντες πολιτική στην ΕΕ, ικανών να στηρίξουν τη λήψη αποφάσεων. Το κέντρο επικεντρώνει τις προσπάθειές του στην έρευνα για τα τρόφιμα, τις χημικές ουσίες και την υγεία· για το περιβάλλον και την αειφόρο ανάπτυξη· και, τέλος, την πυρηνική ασφάλεια και τις πυρηνικές διασφαλίσεις. Επίσης, διαθέτει τεχνογνωσία όσον αφορά τις τεχνικές προβλέψεις, τα υλικά και την προστασία του κοινού από τους οικονομικούς και τεχνολογικούς κινδύνους.

Ωστόσο, θα πρέπει να υπογραμμιστεί ότι καταγράφονται σημαντικές διαφορές μεταξύ των κρατών-μελών όσον αφορά την ικανότητά τους να συνδέσουν την παραγωγή της γνώσης με την ουσιαστική απορρόφησή της. Επίσης, στο πεδίο των ανθρώπινων πόρων, η ΕΕ παρουσιάζει απογοητευτικά στοιχεία όσον αφορά το ποσοστό των ερευνητών επί του συνόλου της εργατικής της δύναμης, ενώ την ίδια στιγμή παραμένουν σημαντικά εμπόδια όσον αφορά τη σταδιοδρομία και την κινητικότητα των ερευνητών. Δεν αργήσαμε να συνειδητοποιήσουμε ότι οι προσπάθειες της Επιτροπής και του Κοινοβουλίου για την δημιουργία του Ευρωπαϊκού Χώρου Έρευνας θα συναντήσουν δυσκολίες, εάν τα κράτη-μέλη δεν επιδείξουν την πολιτική βούληση να ανοίξουν τα εθνικά ερευνητικά τους προγράμματα, διευκολύνοντας έτσι την μεταφορά γνώσεων διαμέσου γεωγραφικών και κλαδικών συνόρων.

Οι προκλήσεις και τα μέτωπα ορθώνουν μπροστά μας εντυπωσιακό το ανάστημά τους: Ποιότητα ζωής και διαχείριση ανθρώπινων πόρων, Φιλική προς τους χρήστες κοινωνία των πληροφοριών, Ανταγωνιστική και βιώσιμη ανάπτυξη, Ενέργεια και περιβάλλον, Γονιδιωματική και βιοτεχνολογία στην υπηρεσία της υγείας, Νανοτεχνολογίες και νανοεπιστήμες, Αεροναυτική και διάστημα, Ποιότητα και ασφάλεια τροφίμων, Αειφόρος ανάπτυξη, πλανητική αλλαγή και οικοσυστήματα, Πολίτες και Διακυβέρνηση στην κοινωνία της γνώσης.

Για να ανταποκριθεί η Ευρώπη σ’ αυτές τις προκλήσεις και τις απαιτήσεις του Μέλλοντος, πρέπει να κινηθεί με συντεταγμένο και συγκροτημένο τρόπο. Ήδη αρκετά βήματα προς αυτή την κατεύθυνση έχουν ήδη πραγματοποιηθεί. Αξίζει να αναφερθούμε σε ορισμένα ενδεικτικά παραδείγματα: Δημιουργήθηκε καταρχάς μια ομάδα υψηλού επιπέδου από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τα κράτη-μέλη, με στόχο την διαμόρφωση δεικτών και μεθοδολογίας σε κρίσιμους τομείς της πολιτικής για την Έρευνα. Υιοθετήθηκαν δράσεις για την ανάπτυξη ενός διαρθρωμένου διαλόγου μεταξύ κοινωνίας και επιστημόνων . Οι Ευρωπαίοι πολίτες πρέπει συστηματικά να πληροφορούνται σχετικά με τους σκοπούς, τα αποτελέσματα, τις εφαρμογές και τα επιτεύγματα της επιστήμης. Ιδιαίτερα στη σημερινή εποχή της φοβίας, των αμφισβητήσεων και των αρνητικών αντανακλαστικών, η επιστημονική κοινότητα πρέπει να απαντήσει με ικανοποιητικό τρόπο στην κριτική και τις ανησυχίες της κοινωνίας. Όπως καταδεικνύει πρόσφατη έρευνα του Ευρωβαρόμετρου, ο Ευρωπαίος πολίτης διακατέχεται από ένα μείγμα εμπιστοσύνης, ελπίδας και έλλειψης ενδιαφέροντος για τις επιστημονικές δραστηριότητες, άλλοτε μάλιστα και φόβου για ορισμένες από τις εφαρμογές τους.

Υπάρχει επίσης, ως γνωστόν, θέμα με την ηθική διάσταση στον τομέα των ερευνών, αφού, εκτός των άλλων, για άλλες χώρες τα προβλεπόμενα ηθικά όρια ήταν πολύ αυστηρά και για άλλες πολύ χαλαρά. Συμφωνήθηκε, λοιπόν, ότι δεν πρόκειται να χορηγηθούν κονδύλια για ερευνητικά προγράμματα που θα έχουν ως αντικείμενο την κλωνοποίηση ανθρώπων, την τροποποίηση της γενετικής κληρονομιάς των ανθρώπινων όντων, τη χρήση ανθρώπινων εμβρύων για ερευνητικούς σκοπούς, καθώς και για παραγωγή νέων εμβρυακών βλαστοκυττάρων.

Στο μεταξύ, καθίσταται εμφανώς αναγκαίο να προωθηθεί η διεπιστημονική και πολυεπιστημονική έρευνα, μέσα από δράσεις και δικτυώσεις, καθώς και η άρση των εμποδίων που καθιστούν δυσχερή την κινητικότητα των ερευνητών. Κατά τη συζήτηση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, επισημάνθηκε ότι η Ευρώπη έχει πολλά να κερδίσει από τους ερευνητές των τρίτων προς την Ένωση χωρών, οι οποίοι παραμένουν για κάποιο διάστημα σε ακαδημαϊκά ή βιομηχανικά ερευνητικά κέντρα. Παράλληλα, οι δράσεις του Προγράμματος Πλαισίου θα πρέπει να ενεργήσουν ως καταλύτης για το άνοιγμα των εθνικών προγραμμάτων, ώστε να γίνουν προσβάσιμα στους ξένους ερευνητές. Ένα από τα μέσα για την ενίσχυση αυτού του τελευταίου, είναι η καθιέρωση ενός συστήματος υποτροφιών για επιστήμονες. Στο πλαίσιο του 6ου Προγράμματος οι υποτροφίες Marie Curie εξυπηρετούν αυτόν το σκοπό με μεγάλη πληρότητα.

Κρίσιμος, σε κάθε περίπτωση, για την υλοποίηση των προαναφερόμενων στόχων, είναι ο ρόλος των Πανεπιστημίων, των Ερευνητικών Κέντρων, αλλά και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και των Μέσων Ενημέρωσης. Ειδικά για τις επιχειρήσεις, υπογραμμίζεται ότι πρέπει να στηριχθούν, ούτως ώστε να εκμεταλλευθούν πλήρως τις δυνατότητες τις οποίες παρέχει η εσωτερική αγορά, ιδιαίτερα μέσω του ανοίγματος των εθνικών δημόσιων συμβάσεων, του καθορισμού κοινών προτύπων, και της εξάλειψης των νομικών και φορολογικών εμποδίων.

Η πλειονότητα των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων ανήκουν στον τομέα των μικρομεσαίων. Τα δύο τρίτα του συνόλου των ευρωπαίων εργαζομένων, απασχολείται σε αυτές. Οι περισσότερες θέσεις εργασίας δημιουργούνται, επίσης, στις Μικρομεσαίες Επιχειρήσεις. Παρόλα αυτά, όμως, δεν συγκεντρώνουν την προσοχή που αρμόζει στον τομέα της έρευνας. Αυτό, μεταξύ άλλων, συνάγεται και από το ότι στις ευρωπαϊκές μικρομεσαίες επιχειρήσεις απασχολούνται 60% λιγότεροι ερευνητές απ΄ ό,τι στις ΗΠΑ.

Είναι προφανές ότι η Έρευνα και Τεχνολογική Ανάπτυξη, σωστά δομημένη, αποτελεί σημαντικό παράγοντα για την οικονομική ανάπτυξη. Και όπως φάνηκε παραπάνω, η ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων και η απασχόληση που αυτές δημιουργούν, εξαρτάται σε ένα μεγάλο ποσοστό τις δραστηριότητες, τις σχετικές με την Έρευνα και την Τεχνολογική Ανάπτυξη.

Η χώρα μας κατατάσσεται δυστυχώς τελευταία μεταξύ των κρατών-μελών, στους σχετικούς με την οικονομία της γνώσης πίνακες. Έχουμε μία από τις πιο χαμηλές βαθμολογίες και στα οκτώ κριτήρια που θεσπίστηκαν στη Λισσαβόνα: Κοινωνία της γνώσης, Καινοτομία, Έρευνα, Ανάπτυξη, Απελευθέρωση αγορών, Οικονομία στο Δίκτυο, Χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες, Περιβάλλον, Κοινωνική ένταξη, και Διαρκής ανάπτυξη. Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία, τα κράτη-μέλη με το υψηλότερο επί του ΑΕΠ ποσοστό δαπανών στην έρευνα, είναι η Σουηδία (4,27%) και η Φινλανδία (3,49%). Ο κοινοτικός μέσος όρος είναι σχεδόν το 2% του ΑΕΠ και η χώρα μας μόλις που αγγίζει το 0,67% (Eurostat). Η δυσμενής αυτή θέση, όπως είναι προφανές, αντανακλάται στην χαμηλή ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας. Οι συντονισμένες προσπάθειες που πρέπει να γίνουν από την Πολιτεία και την ερευνητική κοινότητα στο σημείο αυτό είναι μεγάλες. Η χώρα πρέπει να έχει ως όραμα τον συγχρονισμό του βήματος με την υπόλοιπη Ευρώπη και την κατάκτηση της καινοτομίας.

Η καινοτομία ορίζεται στην Πράσινη Βίβλο του 1995 ως: «η ανανέωση και η διεύρυνση του φάσματος των προϊόντων και των υπηρεσιών και των σχετικών αγορών η καθιέρωση νέων μεθόδων παραγωγής, προμήθειας και διανομής η εισαγωγή αλλαγών στη διοίκηση, την οργάνωση της εργασίας, τις συνθήκες εργασίας και τις δεξιότητες του εργατικού δυναμικού».

Στην πορεία προς το ανεξερεύνητο Αύριο, η Ευρώπη επιλέγει να υποστηρίξει ενεργά την δημιουργία και την διάδοση της νέας γνώσης. Συνειδητοποιώντας ότι σε αυτό τον τομέα βρίσκεται πίσω από τις ΗΠΑ και την Ιαπωνία, επανασχεδιάζει προτεραιότητες και αξιολογεί εκ νέου τις απαραίτητες δράσεις. Έφτασε, έτσι, σχετικά γρήγορα η στιγμή που ελήφθη η απόφαση να δημιουργηθεί ένα ευνοϊκό ευρωπαϊκό περιβάλλον για την καινοτομία. Σχεδιάστηκαν στρατηγικές και, σε πρώτη φάση, σε επίπεδο κρατών-μελών, καταβλήθηκαν σημαντικές προσπάθειες για την ενθάρρυνση της καινοτομίας. Η πρόσφατη απόφαση για την καθιέρωση ενός κοινοτικού διπλώματος ευρεσιτεχνίας, είναι ενδεικτική. Συνολικά, έχουν τεθεί ως στόχοι: Η εξασφάλιση της συνοχής των πολιτικών για την καινοτομία. Η δημιουργία ενός κανονιστικού πλαισίου που να συμβάλλει στην καινοτομία. Η ενθάρρυνση της δημιουργίας και ανάπτυξης καινοτόμων επιχειρήσεων. Η βελτίωση των βασικών διασυνδέσεων στο σύστημα της καινοτομίας. Έχει καταρτιστεί χρονοδιάγραμμα δράσεων που θα πρέπει να αναληφθούν, ενώ ταυτόχρονα αποφασίστηκε η συστηματική παρακολούθηση της προόδου σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο. Υιοθετήθηκαν επίσης 17 δείκτες προόδου και αποτελεσμάτων. Οι δείκτες αυτοί αφορούν το ανθρώπινο δυναμικό, την ερευνητική δραστηριότητα και τις επενδύσεις για τη στήριξή της, την μεταφορά και εφαρμογή της νέας γνώσης κυρίως, δε, την προσαρμογή των εφευρέσεων στις ανάγκες μιας επιχείρησης, καθώς και στην χρηματοδότηση της καινοτομίας (κεφάλαια επιχειρηματικού κινδύνου στον τομέα της υψηλής τεχνολογίας, πρόσβαση νοικοκυριών στο Διαδίκτυο, πωλήσεις νέων προϊόντων στην αγορά).

Σημαντική είναι επίσης η σύνδεση έρευνας και εκπαίδευσης. Η ενίσχυση της διδασκαλίας των επιστημών στα σχολεία, με στόχο την ευαισθητοποίηση των νέων απέναντι στις δυνατότητες επαγγελματικής και ατομικής εξέλιξης που μπορούν να βρουν στον επιστημονικό βίο έχει ήδη ξεκινήσει σε ορισμένες χώρες. Το ενδιαφέρον και ο προσανατολισμός για την έρευνα πρέπει να καλλιεργηθούν σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης. Κατ’ αυτό τον τρόπο, θα ενισχυθεί η προσέλκυση των νέων στα επιστημονικά επαγγέλματα, θα γίνουν με άλλα λόγια τα σχολεία «φυτώρια έρευνας». Τέλος, θέμα το οποίο κρίνεται ιδιαίτερα σοβαρό, είναι η χαμηλή παρουσία γυναικών στον τομέα της έρευνας. Η υποεκπροσώπηση των γυναικών στον ερευνητικό βίο είναι αποτέλεσμα τόσο των μηχανισμών αποκλεισμού, οι οποίοι συνδέονται με τη λειτουργία της επιστημονικής κοινότητας, όσο και των γενικότερων χαρακτηριστικών της σύγχρονης κοινωνίας. Στην Ευρώπη, ήδη από το 1998 και με την προώθηση της δράσης «Γυναίκες και επιστήμη», επιχειρείται με συστηματικό τρόπο πλέον να ενισχυθούν οι προσπάθειες για την ενίσχυση της συμμετοχής των γυναικών στην επιστημονική προσπάθεια. Αυτό γίνεται και θα γίνεται μέσα και από την μελέτη των μηχανισμών που απομακρύνουν τις γυναίκες από την έρευνα, αλλά παράλληλα και μέσω του προσδιορισμού των θεμάτων εκείνων της έρευνας που παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τις γυναίκες.

Όλα τα παραπάνω δείχνουν ότι οφείλουμε να ξεπεράσουμε τα παραδοσιακά όρια. Οφείλουμε να προχωρήσουμε σε πιο τολμηρά και καινοτόμα σχέδια, αλλά και να θέσουμε την εκπαίδευση και την έρευνα ως βασικές προτεραιότητες στον προγραμματισμό μας, ούτως ώστε να κερδίσουμε το στοίχημα του διεθνούς ανταγωνισμού που έχουμε μπροστά μας ως Ευρωπαίοι.