Συνέντευξη στη δημοσιογράφο Βασιλική Τζεβελέκου για την «Εφημερίδα των Συντακτών»

Σάββατο 3 Νοεμβρίου 2018

Πώς αποφασίσατε να επιστρέψετε στην πολιτική, κ. Ζορμπά;

Μυρσίνη Ζορμπά: Δεν ήμουν ποτέ επαγγελματίας πολιτικός, αλλά είχα τη βαθιά πεποίθηση ότι η πολιτική είναι ο τρόπος να αντιμετωπίζουμε τα μεγάλα προβλήματα. Αυτό με οδήγησε. Συχνά λέω ότι είμαι με το κόμμα του πολιτισμού, αλλά κι αυτό χρειάζεται πολιτική για να αναδειχθεί.

Πότε ολοκληρώνονται οι διαδικασίες για τον πλήρη κατάλογο των ακινήτων του ΥΠΠΟΑ που εξαιρούνται από τα 10.119 της λίστας του υπουργείου Οικονομικών;

Μ.Ζ.: Συγκροτείται από τη γενική γραμματέα και έχει προχωρήσει αρκετά. Ο αριθμός τους θα ξεπεράσει τα χίλια. Η ταυτοποίηση θα γίνει από όλες τις Εφορείες Αρχαιοτήτων και θα δοθεί στη δημοσιότητα μέσα στον Νοέμβριο.

Continue reading

Ελευσίνα 2020-2030

3Τρίτη 30 Οκτωβρίου 2018


Η Ελευσίνα, που ανακηρύχτηκε Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης για το 2021, μας προκαλεί να αναρωτηθούμε όχι μονάχα για εκείνη τη χρονιά αλλά για ολόκληρη την επόμενη δεκαετία:  πώς η Περιφέρεια, κάθε Περιφέρεια, μπορεί να αποτελέσει μοχλό πολιτισμικής ανάπτυξης και κοινωνικο-πολιτισμικής συνοχής. Η δεκαετία 2020-2030 είναι κρίσιμη για την πολιτισμική και πολιτιστική δημοκρατία, η οποία αποτελεί την ικανή και αναγκαία συνθήκη για την ανάπτυξη και την εξωστρέφεια του σύγχρονου πολιτισμού της χώρας μας.

Α) Πώς σχεδιάζουμε την περιφερειακή πολιτική σύγχρονου πολιτισμού

Η Περιφερειακή πολιτική σύγχρονου πολιτισμού δεν μπορεί παρά να έχει το βλέμμα στραμμένο στην επόμενη δεκαετία 2020-’30.

Το ζήτημα της παραχώρησης ιστορικών κτηρίων και αρχαιολογικών χώρων στην Ελληνική Εταιρεία Συμμετοχών και Περιουσίας Α.Ε. (ΕΕΣΥΠ Α.Ε.)

Πέμπτη 25 Οκτωβρίου 2018



)

Κυρίες και κύριοι Βουλευτές,

Σήμερα επανερχόμαστε σε ένα ζήτημα για το οποίο αν και έχουμε δηλώσει κατηγορηματικά και σε όλους τους τόνους το τι πραγματικά ισχύει, χρειάζεται για ακόμη μια φορά να το συζητήσουμε. Μας δίνεται ωστόσο η ευκαιρία για πιο λεπτομερή και επικαιροποιημένη ενημέρωση, καθώς το ΥΠΠΟΑ ακολουθεί μια πολύ συγκεκριμένη και οργανωμένη μέθοδο στο θέμα αυτό.

Να αποσαφηνίσουμε και να τονίσουμε από την αρχή: Το ΥΠΠΟΑ δεν έχει μεταβιβάσει με μεταγραφή κανένα μνημείο ή άλλο ακίνητο από το 2015 και μετά σε καμία εταιρεία. Δεν έχει μεταβιβαστεί, κανένας αρχαιολογικός χώρος, κανένα μουσείο, κανένα μνημείο και γενικότερα κανένα ακίνητο το οποίο αποτελεί πολιτιστική κληρονομιά.

Όπως όλοι γνωρίζουν, σύμφωνα με το άρθρο 1033 του Αστικού Κώδικα, χωρίς μεταγραφή του τίτλου κυριότητας στο οικείο Υποθηκοφυλακείο δεν επέρχεται μεταβίβαση της κυριότητας του ακινήτου, και αυτό ισχύει για τον κατάλογο ακινήτων της ΕΕΣΥΠ/ΕΤΑΔ.

Όπως αναφέρεται στην Υ.Α. από τη μεταβίβαση εξαιρούνται όλα τα ακίνητα που εμπίπτουν στις διατάξεις του άρθρου 196, παρ.4 του ν.4389/2016, όπου αναφέρονται ακριβώς τα ακίνητα τα οποία αποτελούν την πολιτιστική μας κληρονομιά και η μεταβίβασή τους είναι αντίθετη στις κείμενες διατάξεις (αρχαιολογικοί χώροι, ιστορικοί τόποι, μνημεία, μουσεία κλπ).

Σύμφωνα και με την ανακοίνωση που εξέδωσε για το θέμα το ΥΠΟΙΚ, στην υπουργική απόφαση του ΥΠΟΙΚ με αριθμό 0004586 ΕΞ 2018/19-6-2018 (με ΦΕΚ 2320/Β΄/19-6-2018) «η μεταβίβαση των ακινήτων προϋποθέτει πρώτα τον έλεγχο των ΚΑΕΚ (Κωδικών Αριθμών Εθνικού Κτηματολογίου) και ακολούθως τη μεταγραφή των ιδιοκτησιακών τίτλων τους στο υποθηκοφυλακείο ή κτηματολόγιο και δεν επέρχεται δυνάμει της καταχώρησής τους στο ΦΕΚ» ενώ ερευνάται κατά περίπτωση αν υπάρχει προστατευόμενη, δυνάμει της κείμενης νομοθεσίας, διακατοχή.

Το Σύνταγμα προστατεύει το πολιτιστικό απόθεμα της χώρας και η συνταγματική επιταγή είναι καθολική όπως όλοι γνωρίζουμε. Κάνετε μεγάλο λάθος κα Κεφαλογιάννη όταν αναρωτιέστε «για τον τρόπο με τον οποίο θα διαχειρίζεται η ΕΕΣΥΠ ΑΕ τα ακίνητα του Υπουργείου Πολιτισμού μέχρι να ολοκληρωθεί η διαδικασία εξαίρεσης από τη μεταβίβασή τους». Χαίρομαι που αναγνωρίζετε επιτέλους κι εσείς την εξαίρεση. Αλλά με δεδομένο ότι δεν έχει γίνει καμία μεταβίβαση, αναρωτιέμαι πώς θέτετε οποιοδήποτε θέμα διαχείρισης των συγκεκριμένων ακινήτων από την ΕΤΑΔ ή την ΕΕΣΥΠ Α.Ε. Μάλιστα να σημειώσω και το λάθος σας στον αριθμό των ακινήτων. Ο πραγματικός αριθμός είναι 10.119 και όχι 10.900 όπως αναφέρετε.

Σε ό,τι αφορά τις ενέργειες που γίνονται από πλευράς Υπουργείου, έχουμε ανταποκριθεί με αίσθημα ευθύνης και με ορθή μεθοδολογία. Οι διαδικασίες κατάρτισης του πλήρους καταλόγου ταυτοποίησης των ακινήτων που εξαιρούνται της μεταβίβασης προχωρούν ήδη με ταχείς ρυθμούς.

Συγκεκριμένα:

Ζητήθηκε εγγράφως από τον Γενικό Γραμματέα Δημόσιας Περιουσίας του ΥΠΟΙΚο πλήρης κατάλογος των ακινήτων (σύνολο 10.119) με τα στοιχεία ταύτισής τους. Μας υποβλήθηκαν γεωχωρικά και περιγραφικά στοιχεία των ΚΑΕΚ, τα οποία, έχουν ήδη διαβιβαστεί, ανά περιφερειακή ενότητα, σε 50 και πλέον Εφορείες Αρχαιοτήτων όλης της χώρας και στις Υπηρεσίες Νεωτέρων Μνημείων, προκειμένου να γίνει ταυτοποίηση, ώστε να διαπιστωθεί ποια εμπίπτουν στην εξαίρεση. Με την ολοκλήρωση της συλλογής των δεδομένων από τις Υπηρεσίες, πολύ σύντομα ο ονομαστικός κατάλογος των ακινήτων θα γνωστοποιηθεί δημόσια ως «κατάλογος εξαίρεσης» από πλευράς ΥΠΠΟΑ, θα αποσταλεί στο Υπουργείο Οικονομικών και θα διασφαλιστεί ο δημόσιος χαρακτήρας τους με κάθε θεσμικό τρόπο. Κανένα ακίνητο πολιτιστικό αγαθό, κανένα ακίνητο που προορίζεται για την εξυπηρέτηση δημόσιου σκοπού, κανένα ακίνητο που απαλλοτριώθηκε για σκοπό δημόσιας ωφέλειας, ιδίως για αρχαιολογικό σκοπό, δεν μπορεί να αποτελεί αντικείμενο συναλλαγής, εξυπηρετώντας αλλότριους σκοπούς. Για αυτό τον λόγο είπα και πρόσφατα ότι νομικά είναι αδύνατη η μεταβίβασή τους.

Σε ό,τι αφορά το Νεώριο Moro ισχύουν τα ακόλουθα, όπως εξάλλου περιγράφονται διεξοδικά και με σαφήνεια στην ανακοίνωση που εκδόθηκε από το ΥΠΠΟΑ: Το ενετικό μνημείο, Νεώριο Moro, που βρίσκεται στο λιμάνι των Χανίων, υπαγόταν, δυνάμει του ν. 973/1979, στη διαχείρισητης Κτηματικής Εταιρείας του Δημοσίου (ΚΕΔ), η οποία με διατάξεις του ν. 4002/2011 συγχωνεύτηκε δι’ απορροφήσεως με την Εταιρεία Ακινήτων Δημοσίου (ΕΤΑΔ ΑΕ).

Ήδη από το έτος 2003 η ΚΕΔ είχε παραχωρήσει κατά χρήση το παραπάνω ακίνητο στο Δήμο Χανίων με σκοπό την αποκατάστασή του και τη διαμόρφωση – ανάδειξη του περιβάλλοντα χώρου για τη δημιουργία Κέντρου Ιστιοπλοΐας, υπό τον όρο της σχετικής έγκρισης του Υπουργείου Πολιτισμού και της καταβολής ανταλλάγματος ίσου με ποσοστό 4% επί της αξίας του ακινήτου από τον Ιστιοπλοϊκό Όμιλο Χανίων. Την παραχώρηση ενέκρινε, υπό όρους, ο τότε Υπουργός Πολιτισμού κατόπιν γνώμης του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου με την υπ’ αρ. ΥΠΠΟ/ΓΔΑ&ΠΚ/ΑΡΧ/Β1/Φ38/63171/5027/11.11.2003 Υπουργική Απόφαση.

Κατά το έτος 2005, το μηνιαίο μίσθωμα ορίσθηκε στο ποσό των 735 Ευρώ μετά την αποκατάσταση του κτίσματος, ενώ κατά το ίδιο έτος η ΚΕΔ ενέκρινε την λειτουργία εντευκτηρίου – κυλικείου. Στις 9-6-2010 η χρήση του Νεωρίου Moro παραχωρήθηκε από τον Δήμο Χανίων στον Ιστιοπλοϊκό Όμιλο με την πρόβλεψη ότι το μίσθωμα θα καταβάλλεται στην ΚΕΔ, η οποία, όπως προαναφέρθηκε, στη συνέχεια απορροφήθηκε από την ΕΤΑΔ.

Ήδη από το δημοσιευθέν έγγραφο της ΕΤΑΔ ΑΕ προς τον Ιστιοπλοϊκό Όμιλο Χανίων προκύπτει ευθέως ότι τα ακίνητα της ΚΕΔ περιήλθαν στην ΕΤΑΔ κατά το έτος 2011 με την συγχώνευση των εταιρειών.

Θα επανέλθω στη δευτερολογία μου και σας ευχαριστώ για την ανοχή στο χρόνο.

***

(Δευτερολογία)

Με αφορμή όμως το ζήτημα που έχει προκύψει θα ήθελα να σταθώ και σε δυο άλλα πολύ σημαντικά θέματα:

Πρώτον, να σας υπενθυμίσω ότι μεταβιβάσεις ακινήτων έχουν συντελεστεί κατά τα έτη 2012-2014 από το Ελληνικό Δημόσιο προς το ΤΑΙΠΕΔ διά της Διυπουργικής Επιτροπής Αναδιαρθρώσεων και Αποκρατικοποιήσεων, στην οποία μετείχατε εκ της ιδιότητάς σας ως Υπουργού. Έχετε συνυπογράψει τη μεταβίβαση 36 ακινήτων διαχειριστικής αρμοδιότητας του Υπουργείου Πολιτισμού στην Πλάκα, εκ των οποίων κάποια είναι μνημεία, άλλα στεγάζουν Υπηρεσίες μας, όλα πάντως έχουν απαλλοτριωθεί για σκοπό δημόσιας ωφέλειας και δη για αρχαιολογικούς σκοπούς στην προστατευόμενη περιοχή της Πλάκας. Με δύο αποφάσεις που δημοσιεύτηκαν στα ΦΕΚ 2883/Β/2013 και 571/Β΄/2014, έγιναν οι μεταβιβάσεις αυτές, χωρίς εξαιρέσεις, χωρίς αιρέσεις, χωρίς αστερίσκους και χωρίς δυνατότητα αναμεταβίβασής τους στο Ελληνικό Δημόσιο, σύμφωνα με τις διατάξεις του ιδρυτικού νόμου του ΤΑΙΠΕΔ 3986/2011. Ωστόσο, για την αναμεταβίβασή τους στο Υπουργείο Πολιτισμού κάνουμε ήδη ενέργειες, βάσει διατάξεων του ν. 4389/2016, ενώ ποτέ, από το έτος 2015 μέχρι και σήμερα, με έγγραφα, δεν συναινέσαμε στην περαιτέρω μεταβίβασή τους σε ιδιώτες. Σειρά αρχαιολογικών χώρων, ιστορικών τόπων, αρχαίων και νεωτέρων μνημείων έχουν μεταβιβαστεί από την παραπάνω διυπουργική επιτροπή προηγούμενων κυβερνήσεων στο ΤΑΙΠΕΔ, χωρίς εξαιρέσεις.

Αλλά ας μην αναλωθούμε στην όποια πολεμική και ας εστιάσουμε σε κάτι ουσιώδες και βασικό. Με αφορμή τα παραπάνω αναδεικνύεται το μέγεθος του προβλήματος που έχει τις ρίζες του στο ότι το Αρχαιολογικό Κτηματολόγιο δεν έχει ακόμα ολοκληρωθεί. Αυτό παραγνωρίζεται μάλλον από εκείνους που δεν κατάφεραν να το ολοκληρώσουν από το 2011 και για τέσσερα χρόνια, όταν εντάχθηκε στο ΕΣΠΑ κατά την προηγούμενη προγραμματική περίοδο (2007-2013), παρά τις τότε συνεχείς δηλώσεις στον Τύπο ότι θα ήταν έτοιμο ήδη το 2013. Μετά δε από τρεις τροποποιήσεις της Πράξης που προσέγγιζε πλέον τα πέντε έτη υλοποίησης από τα αρχικά 2 της ένταξης, μετά από παρατάσεις, καθυστερήσεις και τροποποιήσεις που αφορούν και στην υλοποίηση των Υποέργων, η πράξη δεν ολοκληρώθηκε στο ΕΠ (επιχειρησιακό πρόγραμμα) 2007-2013 και αναγκαστικά μεταφέρεται στην επόμενη προγραμματική περίοδο 2014-2020, γιατί κρίνουμε ότι το Αρχαιολογικό Κτηματολόγιο είναι υψίστης σημασίας για το τόπο μας.

Όλα αυτά τα λέμε γιατί αποδεικνύεται ότι ούτε μεταβιβάζουμε, ούτε απεμπολούμε την πολιτιστική μας κληρονομιά, αλλά αντιθέτως την περιφρουρούμε και την θωρακίζουμε με κάθε τρόπο.

Opening session of the IFRRO Annual General Meeting 2018 in Athens

Τετάρτη 24 Οκτωβρίου 2018

Thank you for inviting me to your congress. Copyrights and their management is of course a cultural issue, but at the same time it is deeply political and historical. In this scope, exploring copyright laws not on their own, but as part of specific discursive contexts may appear helpful in tracing the contingencies of the future. What I am suggesting is that it is impossible to understand the discussion on copyrights and their management through an essentialized approach.  We ought to keep in mind that it is inscribed in the matrix of the political, ideological, economic and cultural discourse of historically defined societies.

Copyright laws became the main issue in the public discussion several times in the past, especially when a significant change in the social context or the technological means of cultural production took place. We began discussing about copyrights, when printing transformed the field of production, reproduction and circulation of literary works, mainly in the discursive frame of the Enlightenment. During the 19th century, when the developments in technology facilitated literacy and the shaping of the public sphere, the approach of copyrights was twofold: to censor the content that was considered potentially dangerous for the established political and religious order and to encourage publication projects deemed worthy or important. Discussions sparked again in the late 1960s and early 1970s, when cultural products became commodities of mass consumption. At the same time, digitization began to pose questions of authorship and ownership. The field was then much broader than before: texts, images, moving images, art, music etc became pieces of a puzzle that at the same time defined cultural production and were defined by their consumption, often through reproductions and replicas. It is the period that Walter Benjamin refers to as the one in which the aura of authenticity had been lost due to the mechanical reproduction of cultural products but the loss was balanced by the widening of their accessibility. Cultural products left the ivory towers of the elites and found their place in the centre of everyday practices. It is within this socio-political context that the main lines of contemporary legislation on copyrights were formed.

Today we are facing new challenges. Cultural products require not only their reproduction, but often their alteration to remain interesting. They are constantly “works in progress”. Limits and distinctions are becoming porous or blurred. New authorships are linked to the initial one, authenticity is compromised, cultural products acquire second and third lives.

We are facing a major shift of paradigm, witnessing and preparing at the same time a new matrix for cultural services. In the process, it is imperative to regulate the field and to secure the sustainability of cultural production by establishing a framework of copyrights on behalf of the creators. The conduct is political.

It is the state’s duty to shape the frame within which collective management organizations, right-holders and consumers will function. We are aligned with the recent European Union law initiatives to update the legislation on copyrights and protect the creators’ interests. Phenomena where mediating networks ignore the interests of the creators in the name of the supposed freedom of consumption, practically undermine the process of cultural production as a whole. Such practices are not as rare as we would like to think. In Greece, for instance, the monopoly of the field of copyright management for years resulted in the distortion of the market, to a point that the government was forced to adopt an intermediate and transitional solution, until the field of the collective copyrights management could be reconstructed. 

Regulation of such a complex field needs to be planned both on a global and a national level. IFRRO effectively gives the global directions as far as the position of its members/right holders are concerned. Peculiarities on national levels need to be dealt with by national institutions. In the case of our country, the situation has shaped as follows; the Directive 2014/26 for the collective management has been implemented so as to provide: extensive regulation securing transparency, accountability, supervision and participation of right-holders in the governance of CMOs. Equipment levies have been modernized, so as to include digital technology and make the compensation fairer. At the same time, an exception to the public lending right with remuneration for right-holders has been introduced. It is a step towards democratization of the accessibility, provided that libraries play an active role in the society.  

The next initiative to be undertaken is the new Directive for the Copyright in the Digital Single Market, so as to modernize certain aspects of the copyright framework. The Greek government aims to support the new press publishers’ right, in their electronic publications, to fair compensation, and to regulate the liability of platforms that are profiting from content uploaded by end-users. The aim is that licenses established between platform and right-holders shall provide for a fair remuneration of the right-holders. This leads to an improvement of the position of authors against those who are exploiting their works, the creation of a level playing field between the educational sector and the right-holders. Further, the incorporation of the Directive 2017/1564 for the benefit of print disabled persons, and the improvement and enhancement of the Greek Copyright Office, with the scope to become an effective supervisory authority on CMOs and a mediator between CMOs and users.

To sum up. Copyrights laws and management are closely relevant to the kind of citizens we need. Who can produce and access culture? How is culture connected to power? How does technology redefine the conception, the function and the management of culture? What are the balances between accessibility, sustainability, profit, public and social benefit?

Users will always want to have access to copyright works in a simple and fast way without barriers. Authors, artists, producers and publishers depend on their income from their copyrights in order to create more cultural, scientific and educational works. Copyright should not be seen as a barrier to free access. Collective management organizations have an important role in the perspective of facilitating and providing legal access to copyright works, thus contributing and safeguarding cultural sustainability.

Ίδρυση Μητροπολιτικού Οργανισμού Μουσείων Εικαστικών Τεχνών Θεσσαλονίκης

Τρίτη 23 Οκτωβρίου 2018



Με το συγκεκριμένο νομοσχέδιο προτείνουμε το θεσμικό πλαίσιο της συνένωσης των λειτουργιών του Κρατικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης και των Τμημάτων του, του Μουσείου Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης και του Κέντρου Σύγχρονης Τέχνης, με αυτές δύο άλλων σημαντικών Μουσείων, που λειτουργούν ως κοινωφελή ιδρύματα, του Μακεδονικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης στη Θεσσαλονίκη και του Μουσείου Άλεξ Μυλωνά στην Αθήνα. Η συνένωση αυτή έχει πίσω της μακρά ιστορία. Ξεκίνησε στη πραγματικότητα με την ίδρυση του ΚΜΣΤ, το 1997, την περίοδο της πολιτιστικής πρωτεύουσας, που έκανε πολλούς να αναρωτηθούν πόσο βιώσιμα θα ήταν δύο μεγάλα μουσεία σύγχρονης τέχνης στην πόλη. Η συνένωση αυτή εξαγγέλθηκε μετά το 2010 περισσότερες φορές, αλλά δεν κατάφερε ποτέ μέχρι σήμερα να πραγματοποιηθεί, και είναι κάτι που η πόλη της Θεσσαλονίκης συζητά και περιμένει πια με αδημονία, αν και η σημασία της, πιστεύουμε, υπερβαίνει κατά πολύ την τοπική ζωή.

Δεν προτείνουμε συνεπώς κάτι καινούργιο, αν και η συγκεκριμένη μας πρόταση θεωρούμε ότι ανοίγει μια πιο αισιόδοξη και δυναμική προοπτική από τις προηγούμενες, ακόμη και να βρισκόμαστε σε χαλεπέστερους καιρούς.

Η τιμή για την έναρξη του εγχειρήματος ανήκει κατ’ αρχήν στον κ. Γερουλάνο, Υπουργό Πολιτισμού το 2010, που διενήργησε τις πρώτες επίσημες διαβουλεύσεις με τους ενδιαφερόμενους παράγοντες. Τη σκυτάλη ανέλαβε σύντομα –με τη μεταβολή κυβέρνησης– ο κ. Τζαβάρας, που, πριν την αντικατάστασή του στο πλαίσιο κυβερνητικού ανασχηματισμού, προχώρησε εντατικά μέχρι και τη κατάρτιση προσχεδίου σχετικών διατάξεων. Ωστόσο, επόμενες ηγεσίες του Υπουργείου Πολιτισμού μέχρι και το 2015 αγνόησαν τις προσπάθειες αυτές, παρασυρμένες ίσως από τη δίνη των ημερών, και το όλο εγχείρημα αφέθηκε να καταρρεύσει, μεταξύ άλλων γιατί η λογική της συγχώνευσης των εμπλεκομένων οργανισμών φαινόταν να προσκρούει σε νομικές δυσκολίες. Στο μεταξύ, η επιδεινούμενη οικονομική κατάσταση οδήγησε το Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης και το Μουσείο Άλεξ Μυλωνά σε υπολειτουργία, ενώ το Κρατικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης είδε την κρατική επιχορήγηση που λάμβανε, τον αποκλειστικό σχεδόν μέχρι τότε πόρο του, να πέφτει μεταξύ 2010 και 2015 κατά 75%.

Αυτό που δεν μπόρεσαν ή δεν θέλησαν, ωστόσο, να κάνουν οι παλαιότερες κυβερνήσεις το κάνουμε πράξη εμείς σήμερα. Γιατί, οι διοικήσεις που ορίστηκαν από την παρούσα κυβέρνηση σχεδόν από την αρχή της θητείας της είχαν ως σαφή στόχο την οργάνωση και υλοποίηση ενός βιώσιμου σχεδίου συνένωσης. Μετά από εντατική συνεργασία δύο και πλέον ετών με τις διοικήσεις των κοινωφελών ιδρυμάτων καταρτίστηκε υπό την εποπτεία και των τριών προκατόχων μου στη θέση του Υπουργού Πολιτισμού ένα ενδελεχές σχέδιο για τον σκοπό αυτό, τις νομικές όψεις του οποίου αποτυπώνει το προτεινόμενο σχέδιο νόμου. Όπως θα σας εκθέσω όμως, η δική μας προσπάθεια να αποτρέψουμε την κατάρρευση του δημοσίου πολιτισμικού αγαθού δεν έχει αμυντική λογική. Μας ενδιαφέρει να εδραιώσουμε μια νέα δυναμική αντίληψη για τη μουσειακή οργάνωση και όχι να διαμοιράσουμε τη μιζέρια και να διαιωνίσουμε την καχεξία σε πιο ορθολογική βάση. Αποβλέπουμε στρατηγικά να προωθήσουμε ένα πρότυπο μουσειακής πολιτικής, που συγκεντρώνει και αναδιατάσσει τις ζωντανές δυνάμεις, αξιοποιεί ευρηματικά τον διαθέσιμο πολιτισμικό πλούτο και αναπτύσσει δυναμικά τους ίδιους πόρους, στραμμένο αμετακίνητα στην εξυπηρέτηση του δημοσίου αγαθού.

Θα ήθελα να σας πω πώς πιστεύουμε ότι θα το καταφέρουμε αυτό:

Το σχέδιο Τζαβάρα, παρά τις όποιες αγαθές προθέσεις, εμπνεόταν από την παρωχημένη και αμυντική λογική της κρατικοποίησης προβληματικών επιχειρήσεων. Προέβλεπε την απλή κατάργηση του ΜΜΣΤ και την απορρόφηση των συλλογών, του προσωπικού και της περιουσίας του από το ΚΜΣΤ σε ένα αδιάκριτο όλον, υπό μια ενιαία καλλιτεχνική διεύθυνση και ένα ΔΣ. Σε αυτό προβλεπόταν να έχει ισχυρή μειοψηφική συμμετοχή το σωματείο που είχε ιδρύσει αρχικά το ΜΜΣΤ. Το σχέδιο αυτό, όμως, παρουσίαζε σοβαρές δυσκολίες. Κατ’ αρχήν, φαινόταν να αντιβαίνει την προστασία των κοινωφελών ιδρυμάτων που προβλέπει το άρθρο 109 του Συντάγματός μας και, επιπλέον, μετέθετε αδιάκριτα το παθητικό του καταργούμενου κοινωφελούς ιδρύματος στη πλάτη του κράτους.

Το προτεινόμενο σχέδιο νόμου ούτε κρατικοποιεί ούτε καταργεί κάποιο ιδιωτικό μουσείο ή φορέα. Το ΜΜΣΤ στη λαμπρή πορεία του για περισσότερες δεκαετίες εκπροσώπησε και εκπροσωπεί την ενεργό κοινωνία των πολιτών στο πεδίο της σύγχρονης τέχνης και την αίγλη και εμπειρία του, το εγχείρημα που προτείνουμε θα αξιοποιήσει στο έπακρο, μέσα από τα σχήματα συνεργασίας, που θεσπίζονται. Τα νομικά πρόσωπα των ιδιωτικών ιδρυμάτων ΜΜΣΤ και ΜΑΜ εξακολουθούν να υφίσταται και, αντί κατάργησής τους, παραχωρούν κατά χρήση δωρεάν στον υπό ίδρυση φορέα τις συλλογές, τις εγκαταστάσεις και τον εξοπλισμό τους για 30 και 20 χρόνια αντίστοιχα. Τις σχετικές συμφωνίες αποτυπώνουν οι συμβάσεις παραχώρησης που προτείνεται εδώ να κυρώσουμε με τα άρθρα 15 και 16.

Τί είναι λοιπόν αυτό που κάνουμε με το παρόν σχέδιο;

Αναδιαρθρώνουμε δραστικά την οργανωτική δομή του ΚΜΣΤ, ώστε να υποδεχθεί κατάλληλα και στη βάση μιας αναπτυξιακής αυτοτέλειας τις λειτουργίες που συνδέονται με τις παραχωρούμενες συλλογές. Για αυτό στο οργανωτικό αυτό εγχείρημα υλοποιούμε την αρχιτεκτονική λογική ενός μεγάλου ενιαίου πολιτιστικού οργανισμού-πλατφόρμα που στεγάζει μια πλειάδα αυτοτελών μουσειακών εγχειρημάτων. Για τον σκοπό αυτό, μελετήθηκαν και χρησιμοποιήθηκαν ως πηγή έμπνευσης σε πολλά σημεία οι οργανωτικές επιλογές μεγάλων και αναγνωρισμένων μουσειακών φορέων της αλλοδαπής. Κάποιοι σπεύδουν να επικρίνουν την επιλογή αυτή ισχυριζόμενοι ότι τα πρότυπα αυτά προέρχονται από μουσεία πολύ μεγαλύτερα σε μέγεθος και λειτουργίες από τους εδώ συνενούμενους φορείς. Φοβάμαι, όμως, ότι τους διαφεύγει το ουσιώδες που είναι άσχετο από μεγέθη: δηλαδή την ίδια την αρχιτεκτονική λογική της πολλαπλότητας και αυτοτέλειας μέσα στην ενότητα δια των των συνεργειών. Τη νέα αυτή λογική υλοποιούμε με το παρόν σχέδιο προβαίνοντας επί της αρχής σε μια σαφή διάκριση μεταξύ καλλιτεχνικού προγραμματισμού και δράσεων, που ασκούνται από τα επιμέρους μουσειακά εγχειρήματα, από τη μια πλευρά, και διοικητικών-οικονομικών λειτουργιών του ενιαίου φορέα-πλατφόρμα, που ανατίθενται σε έναν Γενικό Δ/ντη, δηλαδή έναν μάνατζερ, αλλά μάνατζερ πολιτισμού, και τις διοικητικές, οικονομικές, τεχνικές κλπ υπηρεσίες κάτω από αυτόν.

Ήδη από μόνη της η επιλογή αυτή επιτρέπει μια οικονομία κλίμακας, στο πλαίσιο της οποίας δεν εξοικονομούνται απλώς δαπάνες, αλλά μπαίνουν οι βάσεις μια στιβαρή και αποτελεσματική διοικητική-οικονομική λειτουργία, ιδίως όσον αφορά την παραγωγική διάθεση της κρατικής επιχορήγησης και την ορθολογική κάλυψη των αναγκών των επιμέρους μουσείων. Έτσι, πάνω στη πλατφόρμα αυτή οργανώνονται και λειτουργούν περισσότερα επιμέρους μουσεία με αυτοτελή διοίκηση το καθένα, τον καλλιτεχνικό διευθυντή του και, σε δύο περιπτώσεις, την οικεία εφορεία.

Πρόκειται για:

α) το Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης, που θα διαχειρίζεται την περίφημη συλλογή Κωστάκη, καθώς και συλλογές έργων και έργα του νέου φορέα προγενέστερατου 1960

β) το Μουσείο Φωτογραφίας, που θα αξιοποιεί τις συλλογές και την εμπειρία του Μουσείου Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης και θα έχει την ευθύνη της Φωτομπιεννάλε.

γ) το Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, που θα διαχειρίζεται τις πολύ σημαντικές συλλογές έργων μεταγενέστερων του 1960 και προέρχονται από το ΜΜΣΤ (συλλογές Ιόλα, Ξύδη, Απέργη κ.α.) αλλά και τις συλλογές σύγχρονης τέχνης που διαθέτι σήμερα το ΚΜΣΤ

δ) Το Μουσείο ‘Αλεξ Μυλωνά, που διαχειρίζεται τη συλλογή γλυπτών της Άλεξ Μυλωνά και θα λειτουργεί ως Τμήμα Σύγχρονης Γλυπτικής του Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης και

ε) Το Πειραματικό Κέντρο Τεχνών, που θα έχει ως αποστολή τη διοργάνωση δράσεων προβολής της νέας ή πειραματικής καλλιτεχνικής δημιουργίας και θα λειτουργεί ως αυτοτελές Τμήμα στο εσωτερικό του νέου οργανισμού.

Ωστόσο, τα επιμέρους αυτά μουσειακά εγχειρήματα δεν είναι συνήθεις υπηρεσιακές μονάδες που δομούνται στη βάση μιας ενιαίας αλυσίδας διοικητικής ιεραρχίας. Πρόκειται για αυτοτελείς κατ’ αρχήν δομές με διακριτή και αυτοτελή διοίκηση σε πεδίο καλλιτεχνικού προγραμματισμού και δράσης. Την αυτοτέλεια αυτή στο εσωτερικό του ενιαίου οργανισμού-πλατφόρμα εγγυώνται μια σειρά από προβλέψεις:

Κατ’ αρχήν, η επιλογή του καλλιτεχνικού διευθυντή με διαγωνισμό διεθνή και διαφανή, ενώ μέχρι σήμερα αυτός απλώς διοριζόταν από τον υπουργό, διασφαλίζει ουσιαστικά και ηθικά το αυθυπόστατο της θέσης του. Το ΔΣ χαράσσει μεν γενική πολιτική πολιτισμού του μουσείου, αλλά οι καλλιτεχνικοί διευθυντές είναι αυτοί που προσδιορίζουν αυτόνομα στο πεδίο τους τις ειδικότερες κατευθύνσεις και επιλέγουν τα μέσα υλοποίησής τους. Φυσικά, δεν είναι αδέσμευτοι στο κρίσιμο ζήτημα του προϋπολογιζόμενου κόστους των δράσεών τους. Εκεί ακριβώς αναφύεται και η ανάγκη να πείσουν τον Γενικό Διευθυντή, που έχει την ευθύνη της εύρυθμης οικονομικής και διοικητικής λειτουργίας, για το εύλογο του προϋπολογισμού τους. Αλλά, ούτε και ο Γενικός Διευθυντής είναι παντοδύναμος. Κατ’ αρχάς, ειναι υποχρεωμένος σε διαρκή τακτική συνεργασία με τους καλλιτεχνικούς διευθυντές στο πλαίσιο της Καλλιτεχνικής Επιτροπής, ένα όργανο που αποτελείται από το σύνολο των καλλιτεχνικών διευθυντών. Στο πλαίσιο αυτό, οι καλλιτεχνικοί διευθυντές είναι σε θέση, ιδίως εφόσον ομονοούν να υπερνικήσουν ακόμη και τις επίμονες αντιρρήσεις του Γενικού Διευθυντή.

Κατ’ εξοχήν έκφραση της αυτοτέλειας των επιμέρους μουσειακών εγχειρημάτων, ιδίως του Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης και του Μουσείου Φωτογραφίας, είναι ο θεσμός των εποπτικών εφορειών. Πρόκειται για συλλογικά και αμιγώς συμβουλευτικά όργανα που συγκροτούνται από πρόσωπα εγνωσμένου κύρους του οικείου καλλιτεχνικού πεδίου (καλλιτέχνες, ιστορικοί, ακαδημαϊκοι) και δημιουργούνται δίπλα στον καλλιτεχνικό διευθυντή των προαναφερθένων Μουσείων. Τα μέλη των εφορειών, που δεν αμείβονται, αποτελούν τον επόπτη της ευρυθμίας της λειτουργίας του μουσείου και τον εγγυητή ποιοτικής υπηρεσίας που αυτό παρέχει. Αυτοί διαβουλεύονται τον καλλιτεχνικό προγραμματισμό που προτείνει ο διευθυντής και τον επικουρούν συμβουλευτικά στην υλοποίησή του, αυτοί αξιολογούν το έργο του και εισηγούνται την ανανέωση της θητείας του αλλά και ακροώνται τους υποψήφιους στο πλαίσιο δημόσιας πρόσκλησης.

Ο θεσμός αυτός προβλεπόταν ήδη στη περίπτωση του Μουσείου Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης και  επεκτείνεται και στο νέο Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης. Στην περίπτωση αυτού του τελευταίου η εφορεία εξυπηρετεί και μια καθοριστική ανάγκη που επιβάλλει η συνταγματική νομιμότητα. Γιατί, συμπεριλαμβάνοντας στη σύνθεση αυτής μέλη των διοικήσεων των ΜΑΜ και ΜΜΣΤ, το σχέδιο διασφαλίζει και την εποπτεία που οι φορείς αυτοί δικαιούνται να έχουν ως προς την καλή χρήση των όσων παραχώρησαν στον νέο οργανισμό. Επιπλέον, στην εφορεία σύγχρονης τέχνης βρίσκουν την εύλογη θέση του και ο εκπρόσωπος των συλλογικών φορέων των καλλιτεχνών, που μέχρι σήμερα συμμετείχε στο ΔΣ του ΚΜΣΤ, διότι η συμβολή τους είναι ακριβώς αναγκαία στο πεδίο του προγραμματισμού δράσεων σύγχρονης τέχνης και στην επαφή με τους σύγχρονους και ιδίως νέους καλλιτέχνες, και όχι στη διοικητική λειτουργία του οργανισμού-πλατφόρμα.

Κάποιοι ίσως προτιμούν να βλέπουν τη σύνθετη αυτή, αλλά ανοικτή και αντιεραρχική,  δομή ως ένα ακατανόητο γραφειοκρατικό τέρας. Ας είναι. Εμείς, αντίθετα εκτιμούμε ότι η προτεινόμενη δομή είναι πρωτοποριακή στο σχεδιασμό της και μαζί ρεαλιστική στην εφαρμογή της. Είναι ρεαλιστική, γιατί δεν κλείνει τα μάτια στο προφανές γεγονός ότι κάθε διοικητικός οργανισμός προϋποθέτει μια κατανομή εξουσίας και, ταυτόχρονα, είναι αναπόφευκτα πεδίο ανταγωνισμών. Στο προτεινόμενο πλαίσιο, τέτοιοι ανταγωνισμοί εξισορροπώνται μέσα μέσα από διαρκείς διαδικασίες συνέργειας και διαβούλευσης μεταξύ των εμπλεκομένων, πάντα μέσα σε σαφή όρια και αρμοδιότητες. Είναι όμως πρωτοποριακή, γιατί ισορροπεί την ανάγκη αποτελεσματικής διοικητικής ενότητας του όλου νέου οργανισμού-πλατφόρμα, από τη μια, και αυτοτέλειας των καλλιτεχνικών προγραμματισμών των επιμέρους μουσείων από την άλλη. Γιατί, αυτοτέλεια εν προκειμένω δεν σημαίνει φέουδο ενός διευθυντή ή μιας ομάδας επιμελητών, αλλά μια αποστολή σε διαρκή δοκιμασία μέσα από τη συνέργεια και αλληλοτροφοδότηση του μουσείου με την κοινωνία των πολιτών, ιδίως όπως αυτή εκπροσωπείται στην οικεία εποπτική εφορεία.

Το πόσο καινοτόμο και δυναμικό ειναι το νέο αυτό πρότυπο της πλατφόρμας καταδεικνύεται από το ότι προβλέπει τη λειτουργική δομή προσέλκυσης και άλλων μουσειακών ή συλλεκτικών εγχειρημάτων σε εναλλακτικά πεδία, όπως το ντηζάιν ή η κεραμική, τα οποία μπορεί να εντάσσει στη λειτουργία της πλατφόρμας, όχι μόνον ως καλλιτεχνικά σύνολα, αλλά και ως διοικητικές οντότητες-μουσεία. Με άλλα λόγια, το πρότυπο του οργανισμού-πλατφόρμα δίνει υπόσταση σε μια διακριτή πολιτική στρατηγική για τον πολιτισμό που δίνει προτεραιότητα στις συνέργειες (δημόσιου/ιδιωτικού, κράτους / κοινωνίας των πολιτών, μάνατζερ και καλλιτεχνών), την ανοικτή διαλογική διάσταση μιας δημοκρατικής διοίκησης και τον ανοικτό χαρακτήρα της δημόσιας λειτουργίας μπροστά στις νέες τέχνες και στις νέες ανάγκες καλλιτεχνών και κοινού.

Θέλω, όμως, εδώ να υπογραμμίσω ότι είναι λάθος να φαντάζεται κανείς, όπως ίσως κάνουν κάποιοι, ότι το Κρατικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, το Μακεδονικό Μουσείο, ή το Μουσείο Άλεξ Μυλωνά εξακολουθούν να υφίστανται με οιονδήποτε τρόπο και υπό τον νέο οργανισμό την ίδρυση του οποίου προτείνουμε σήμερα, έχοντας τάχα απλώς αλλάξει το όνομά τους. Πρόκειται για αποκεντρωμένες μονάδες του ίδιου ενιαίου φορέα με ενιαία διοικητική/οικονομική δικοίκηση, την οποία ενσαρκώνει το ΔΣ και ο ΓΔ, με ενιαίο προσωπικό, προϋπλογισμό και υπηρεσίες. Αυτό ακριβώς είναι που διασφαλίζει αποτελεσματικότητα, διαρκή υποστήριξη δράσεων και πάνω απ’ όλα βιωσιμότητα του προτεινόμενου εγχειρήματος.

Επειδή ακριβώς εκτιμούμε την ιδιαίτερη δυναμική αυτού του καινοτόμου προτύπου, είμαστε αποφασισμένοι να το στηρίξουμε αποφασιστικά στην εκκίνησή του με την χρηματοδότησή του από τον προϋπολογισμό του ΥΠΠΟ με το ποσό των 1.2 εκατ. ευρώ. Ωστόσο, θέλω να επισημάνω πόσο μετριοπαθές, αν όχι χαμηλό, είναι το ύψος αυτής της χρηματοδότησης, θυμίζοντας ότι η ετήσια χρηματοδότηση μόνο του ΚΜΣΤ την εποχή της λεγόμενης ευημερίας είχε φθάσει τα 2 εκατ. ευρώ. Σήμερα το ποσό των 1.2 εκατ. αντιπροσωπεύει κάτι πάνω από το άθροισμα των επιχορηγήσεων που κατά μέσο όρο λαμβάνουν ανά έτος από κοινού τόσο το ΚΜΣΤ όσο και το ΜΜΣΤ και το ΜΦ. Το ποσό αυτό είναι φυσικά μικρό σε σχέση με τις προοπτικές και τις φιλοδοξίες του νέου οργανισμού. Εγγυάται, όμως, στο πλήρες της την προσδοκώμενη λειτουργική δαπάνη του όλου φορέα. Ταυτοχρόνως, γνωρίζουμε, από απτές ενδείξεις και πραγματικές σημερινές διεθνείς επιτυχίες των συνενούμενων φορέων, ότι η δυναμική κινητοποίηση τους, ακόμη και σε καιρούς δημοσιονομικής καχεξίας, είναι σε θέση να επιτύχει σε θεαματικά ποσοστά την κάλυψη της δαπάνης για την καλλιτεχνική τους δράση από ίδιους πόρους, χορηγίες και ευρωπαϊκές χρηματοδοτήσειςμια δυναμική πολιτική χορηγιών και διεκδίκησης ευρωπαϊκών χρηματοδοτήσεων. Αναμένεται έτσι ότι ο προϋπολογισμός του νέου οργανισμού θα ενισχύεται από το αναπτυξιακό του σχέδιο, που χωροταξικά απλώνεται σε τέσσερις χώρους στην Θεσσαλονίκη και έναν στην Αθήνα, και συγκεκριμένα από τις πωλήσεις, τα εισιτήρια, τους δανεισμούς έργων, την εκπαιδευτική δραστηριότητα, τα ευρωπαϊκά προγράμματα, τις δωρεές, την λειτουργία καφέ και κάθε άλλης κερδοσκοπικής δραστηριότητας που προβλέπεται συνήθως στο πλαίσιο της λειτουργίας ενός μουσειακού οργανισμού.

Επιπλέον ειδική πρόβλεψη γίνεται στο προτεινόμενο σχέδιο για τη διερεύνηση των εργαλείων στη διάθεση του νέου οργανισμού, για την αναζήτηση χρηματοδοτήσεων στο πεδίο των χορηγιών και της εταιρικής ευθύνης, όπως το συμβούλιο δωρητών ή το λεγόμενο crowdfunding. Οσοδήποτε και αν κρύβει κινδύνους αθέμιτης επιρροής, ο θεσμός της χορηγίας νοείται πρωτίστως εδώ μηχανισμός απόδοσης στην κοινωνία ωφελημάτων που αποκόμισαν έστω και καθ’ υπερβολή οι δωρητές, παρέχοντας έτσι τη δυνατότητα ευρείας πρόσβασης του κοινού σε δημόσιο πολιτιστικό αγαθό υψηλών προδιαγραφών.

Γι’ αυτό και η αποδοχή των χρηματοδοτήσεων τέτοιας φύσης παραμένει αμετακίνητα αρμοδιότητα του ΔΣ. Αυτό αποτελεί το ανώτατο όργανο διοίκησης και ως, διοριζόμενο από τον Υπουργό, αποτελεί και τον εγγυητή του δημόσιου χαρακτήρα του νέου φορέα. Το γεγονός ότι στο 9μελές ΔΣ προβλέπεται πλέον η συμμετοχή δύο μελών προερχομένων από τα εκλεγόμενα μέλη του κοινωφελούς ιδρύματος ΜΜΣΤ δεν αλλοιώνει στο παραμικρό τον δημόσιο χαρακτήρα του φορέα. Γιατί, ο αρμόδιος Υπουργός διορίζει τον πρόεδρο και τέσσερα μέλη του οργάνου, ενώ τα υπολειπόμενα 2 μέλη υποδεικνύονται από δύο επίσης δημόσιους εν τέλει φορείς, τον Δήμαρχο της πόλης και τη ΔΕΘ. Οι δύο τελευταίες επιλογές σηματοδοτούν και υπογραμμίζουν ακριβώς την στρατηγική στροφή που επιχειρείται με την ίδρυση του νέου φορέα προς στην κοινωνία των πολιτών και την αναπτυξιακή προοπτική της εθνικής οικονομίας μέσα από την ενίσχυση του πολιτισμού και του τουρισμού.

Το όφελος, λοιπόν, από το φιλόδοξο εγχείρημα της συνένωσης των λειτουργιών των μουσείων είναι πάνω απ’ όλα ο ίδιος ο νέος φορέας, ο Μητροπολιτικός Οργανισμός Μουσείων Εικαστικών Τεχνών ή, χαϊδευτικά, το MOMus: δηλαδή, ο μεγαλύτερος εποπτευόμενος από το Υπουργείο Πολιτισμού μουσειακός οργανισμός στην Ελλάδα από πλευράς συλλογών και δυναμικής πολλαπλών δράσεων, με εμβέλεια που ξεπερνά τα ελληνικά σύνορα και με συλλογές πολλών δεκάδων χιλιάδων μονάδων, που απαρτίζονται από έργα ελληνικής και διεθνούς τέχνης μοναδικής ιστορικής και αισθητικής αξίας και που καλύπτουν όλα τα εικαστικά μέσα (ζωγραφική, εγκαταστάσεις, σχέδιο, βίντεο και φωτογραφία).

Σε τελική ανάλυση δε η λογική της ενιαίας «πλατφόρμας» περισσότερων μουσείων αποβλέπει στο να επιδρά η οικονομική ευρωστία του συνόλου ευεργετικά στην αυτόνομη προαγωγή των καλλιτεχνικών ειδών, χωρίς καθηλωτικούς περιορισμούς ή αυθαίρετες προτεραιότητες υπέρ ορισμένων και σε βάρος άλλων. Η σύνθετη λειτουργική δομή του νέου, ενιαίου οργανισμού αντανακλά έτσι και διασφαλίζει τις πολύπτυχες αλλά και ανοικτές στο απρόβλεπτο μέλλον διαστάσεις του ενιαίου δημοσίου αγαθού του πολιτισμού και της αισθητικής παιδείας μέσα σε μια δημοκρατική κοινωνία.

Παρατηρητήριο Εθνικού Πολιτισμικού Κεφαλαίου

Πέμπτη 18 Οκτωβρίου 2018

Πώς θα ενεργοποιηθεί ο μηχανισμός του πολιτισμικού συστήματος που χρόνια τώρα κατανέμει αγαθά και υπηρεσίες με ασύμμετρο τρόπο; Πώς θα προκαλέσουμε και θα διευρύνουμε την ανταπόκριση της κοινωνίας στην πολιτισμική συμμετοχή, χωρίς αποκλεισμούς και χωρίς διακρίσεις; Πώς θα καταφέρει ο πολιτισμικός και ο δημιουργικός τομέας να μπουν σε τροχιά ανάπτυξης; Πώς θα αναζωογονηθούν οι μικρότεροι και οι μεγαλύτεροι πολιτιστικοί οργανισμοί και τα δραστήρια πολιτιστικά κύτταρα της κοινωνίας; Η πολιτισμική ανάλυση και πολιτική, που φιλοδοξεί να εμπεριέχει κοινωνική δικαιοσύνη και διαχειριστική αποτελεσματικότητα, χρειάζεται καινούργια πολιτικο-επιστημονικά εργαλεία για να απαντήσει σε αυτά και σε άλλα παρόμοια ερωτήματα. Γι’ αυτό το Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού αποφασίζει να δημιουργήσει το Παρατηρητήριο Εθνικού Πολιτισμικού Κεφαλαίου, με στόχο τη συνεχή καταγραφή και εξέλιξη της ιδιαίτερης οικονομίας του πολιτισμού και της δημιουργικότητας σε εθνικό επίπεδο.

Η αποστολή του Παρατηρητηρίου είναι να παράγει τις απαραίτητες επιστημονικές αναλύσεις που θα επιτρέψουν στο Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού να ασκήσει δίκαιη και αποτελεσματική πολιτική με την ευρεία έννοια, με στόχο την πολιτισμική δημοκρατία. Για τον λόγο αυτόν θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη όχι μόνο την αρχαία κληρονομιά και τις τέχνες αλλά και τη βιωμένη εμπειρία, τις στάσεις, τις συμπεριφορές, τις νοοτροπίες και πολιτιστικές πρακτικές που διαμορφώνουν την κουλτούρα της καθημερινής ζωής. Αυτό θα γίνει με τη δημιουργία κατάλληλων εργαλείων και δομών στην υπηρεσία του αναγκαίου σχεδιασμού και της εφαρμογής του.

Το ζητούμενο είναι ένα σχέδιο ικανό να καταμετρήσει, να σταθμίσει και να διευρύνει το ρόλο του πολιτισμού στην ελληνική κοινωνία και οικονομία. Ένα σχέδιο που θα επιτρέψει να διαφανούν και να αντιμετωπιστούν τα πιο διαφορετικά προβλήματα και φαινόμενα του πολιτισμικού πεδίου, παρακολουθώντας τις μεταβολές και την εξέλιξή τους.

Τέτοια είναι:

  • η συμμετοχή ορισμένων πληθυσμιακών ομάδων και η αποχή άλλων από τη, με τη στενή έννοια, πολιτιστική ζωή
  • η πρόσληψη πολιτισμικών φαινομένων, όπως είναι ο σεξισμός, η επιθετικότητα, η βία , η ξενοφοβία, ο αυταρχισμός, ο ρατσισμός, κ.ά.
  • η έλλειψη υποδομών και δικτυώσεων και η άνιση περιφερειακή κατανομή τους
  • η απουσία διαδικασιών και εργαλείων αποτίμησης των αποτελεσμάτων της εν γένει πολιτιστικής δραστηριότητας
  • η επισφαλής εργασία στις καλλιτεχνικές παραγωγές
  • οι αποκλεισμοί, οι ανισότητες και οι διακρίσεις

Το Παρατηρητήριο μπορεί να αποτελέσει τη βάση για να αναπτυχθούν στοχευμένες πολιτικές μεταρρυθμίσεων, με άξονα τις αρχές μιας σύγχρονης πολιτισμικής δημοκρατίας. Ειδικότερα, μπορεί να οδηγήσει στην επαναξιολόγηση των πολιτισμικών πόρων της χώρας και στη δικαιότερη κατανομή τους, ώστε να διαχυθεί και να καλλιεργηθεί η πολιτισμική ώσμωση και η τόνωση της ανάγκης για πολιτισμικά αγαθά. Ζητούμενο, παράλληλα, είναι να ενισχυθεί η θέση της Ελλάδας στο διεθνές πολιτισμικό πεδίο και στη διεθνή ισορροπία δυνάμεων, έτσι όπως αυτή οργανώνεται μέσα από το σύστημα κυριαρχίας σε θέματα πολιτισμικής ηγεμονίας.

Η καινοτομία του Παρατηρητηρίου έγκειται στον επιστημονικά θεμελιωμένο τρόπο με τον οποίο θα συγκροτήσει την έννοια και τη σύνθεση του Εθνικού Πολιτισμικού Κεφαλαίου και θα προσδιορίσει τον τρόπο με τον οποίο θα μετριούνται οι μεταβολές του. Το Παρατηρητήριο θα συνδέει οργανικά τη συμβολική με την οικονομική αποτίμηση του πολιτισμικού κεφαλαίου, όπως αυτή διαμορφώνεται σύμφωνα με τη δομή της ελληνικής κοινωνίας και τη θέση της χώρας στο διεθνές περιβάλλον. Τέλος, το Παρατηρητήριο θα αποτιμά τα μείζονα πολιτισμικά ζητήματα, που πρέπει να αποτελούν βασικό αντικείμενο πολιτικής διαχείρισης και αποφάσεων.

Επιστημονικό εργαλείο που θα αποτελέσει διοικητικο-πολιτική κληρονομιά του Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού, το Παρατηρητήριο θα διαχειρίζεται ένα σύστημα δεικτών τροφοδοτούμενο από συνεχείς ροές δεδομένων που θα προέρχονται από ήδη υπάρχουσες πηγές, όπως είναι λ.χ. τα στοιχεία για τους χρήστες πολιτισμικών υπηρεσιών, οι αναγνωστικές πρακτικές, στοιχεία για τη δομή της εργασίας και για τα χαρακτηριστικά των απασχολούμενων στον πολιτιστικό τομέα, δεδομένα για το χώρο όσων παράγουν πολιτισμικά αγαθά κ.ά. Παράλληλα, θα «διαβάζει» δεδομένα από πηγές που έχουν μείνει σχετικά αναξιοποίητες ως τώρα, όπως:

  • τα επιδοτούμενα προγράμματα των κρατικών και ιδιωτικών πολιτιστικών οργανισμών
  • οι καταναλωτικές δαπάνες των νοικοκυριών
  • η εξαγωγή πολιτιστικών δράσεων στο εξωτερικό
  • ειδικές έρευνες εστιασμένες σε κρίσιμους τομείς της παραγωγής και πρόσληψης των πολιτισμικών αγαθών
  • έρευνες για τη δομή του πολιτισμικού κεφαλαίου σε επιμέρους χώρους παραγωγής, διακίνησης και διάδοσης των πολιτιστικών αγαθών.

Οι αναλύσεις του Παρατηρητηρίου θα αποτυπώνονται σε Ετήσιες Απολογιστικές Εκθέσεις καθώς και σε περιοδικά δελτία για ειδικότερες τεχνικές αλλά και ευρύτερες κοινωνικο-πολιτισμικές χρήσεις.

Η πολιτική λογική της δημιουργίας αυτού του νέου θεσμικού εργαλείου που είναι το Παρατηρητήριο εμφορείται από την πεποίθηση πως, προκειμένου να ασκηθεί αποτελεσματική διακυβέρνηση του πολιτισμού, είναι απαραίτητο να λαμβάνονται και να αποτιμώνται συστηματικά τα συμβολικά, κοινωνικά και οικονομικά δεδομένα που συνθέτουν το πεδίο του.

70ή Διεθνής Έκθεση Βιβλίου Φρανκφούρτης

2

Πέμπτη 18 Οκτωβρίου 2018


Το βιβλίο και οι μετανάστες φαίνονται καταρχάς σαν δύο ξένοι ασύμπτωτοι κόσμοι σε μια διεθνή έκθεση βιβλίου στη σημερινή συγκυρία της μετανάστευσης στην Ευρώπη. Τι δουλειά έχουν οι μετανάστες και οι πρόσφυγες σε έναν χώρο στον οποίο δεν ανήκουν γλωσσικά και πολιτισμικά; Επιπλέον, το μεταναστευτικό είναι ένα από τα κατεξοχήν πολιτικά ζητήματα που προκαλούν φοβίες για την διακινδύνευση και νόθευση του ευρωπαϊκού πολιτισμού, την «υπεράσπισή» του απέναντι στους ξένους, τους διαφορετικούς. Στο όνομα αυτού του πολιτισμού και της καθαρότητάς του, ποικίλα ακροδεξιά σχήματα αναλαμβάνουν να νομιμοποιήσουν τη δράση τους σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες.

Αλλά, στην πραγματικότητα, πρέπει πάντοτε να θυμόμαστε μαζί με την Χάνα Άρεντ ότι ο ίδιος αυτός ο ευρωπαϊκός πολιτισμός φέρει το σοβαρό βάρος σκοτεινής ιστορίας, ολοκληρωτικών ιδεολογιών, καταπάτησης ανθρώπινων δικαιωμάτων, στρατοπέδων συγκέντρωσης, ανορθολογισμού. Είναι η όψη της ιστορίας μας που θέλουμε να ξεχάσουμε, αλλά που αποτελεί την άλλη όψη της ευρωπαϊκότητας που μας αρέσει να προβάλουμε. Σε μια εποχή που η ακροδεξιά φαίνεται να ενδυναμώνεται σε όλη την Ευρώπη, που στο όνομα της ασφάλειας απέναντι στον «ξένο» ενεργοποιούνται τα πιο αντιδραστικά αντανακλαστικά των κοινωνιών μας, που ξανα-ανεχόμαστε δίπλα μας στρατόπεδα συγκέντρωσης, δεν είναι δυνατόν να μένουμε αμέτοχοι παρατηρητές ούτε να επικαλούμαστε το άλλοθι της άγνοιας ή της αθωότητας.

Υπεράσπιση του ευρωπαϊκού πολιτισμού σημαίνει την απάντηση στο ερώτημα ποιόν πολιτισμό θέλουμε; Θέλουμε την παράδοση της ανεξιθρησκίας, του κράτους δικαίου, της δημοκρατίας, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, της ισότητας ανάμεσα στα φύλα, των δικαιωμάτων των παιδιών, του Διαφωτισμού και της αυτοκριτικής ευρωπαϊκής συνείδησης, ή τον ευρωπαϊκό πολιτισμό της φυλετικής και πολιτισμικής ανωτερότητας, της αποικιοκρατίας και του περίκλειστου εθνικισμού, των κοινωνικών ιεραρχιών και της πειθαρχίας κάτω από αυταρχικούς κανόνες;

Και αν όλοι και όλες θα απαντήσουν το πρώτο, το ζήτημα δεν είναι να περιχαρακώσουμε αξίες όπως η κοινοβουλευτική δημοκρατία, το κοινωνικό κράτος, ο ανθρωπισμός, η αλληλεγγύη με τρόπο που να αφορούν περίκλειστες ταυτότητες. Αυτός είναι ο μόνος βέβαιος τρόπος για να τις ακυρώσουμε στην πράξη και να οδηγήσουμε τις κοινωνίες μας σε μέλλοντα δυστοπικά. Το ζήτημα είναι πώς θα εφαρμόσουμε πιο τολμηρές πολιτικές, στην κατεύθυνση της συμπερίληψης και της εμβάθυνσης της δημοκρατίας. Θα είναι μια ανάσα τόσο για τους μετανάστες και τους πρόσφυγες, όσο και για τις σε μεγάλο βαθμό γερασμένες δημοκρατίες μας.

Ποιο ρόλο μπορούν να παίξουν συγγραφείς και εκδότες, λογοτέχνες, ιστορικοί και κοινωνικοί επιστήμονες, στην επικοινωνία με το κοινό, στη δημιουργία αναγνωστικών κοινοτήτων, στην ανάδυση και έκφραση ιδεών και συναισθημάτων, τα οποία θα δημιουργήσουν μια Ευρώπη που θα στοχαστεί πάνω στη μεταναστευτική εμπειρία ως μια καινούργια πρόκληση στην οποία πρέπει να απαντήσει με υπευθυνότητα, διορατικότητα και δημοκρατική ευθυκρισία;

Οι ευθύνες όλων μας, και κυρίως όσων χειρίζονται το λόγο και τον διαδίδουν είναι εξίσου μεγάλες με εκείνων που χαράζουν πολιτική, γιατί δημιουργούν την ατμόσφαιρα που μπορεί να ευνοήσει την αλληλεγγύη και τη συμβίωση ή τη δυσανεξία και το μίσος.

Είναι κρίσιμο να θυμόμαστε ποιο είναι πραγματικά το διακύβευμα.

Το νόημα της «φιλόξενης αρχαιολογίας»

Πέμπτη 18 Οκτωβρίου 2018


Η σχέση ανάμεσα στην αρχαιολογική επιστήμη και τις πολιτισμικές ταυτότητες Ελλάδας και δυτικής Ευρώπης


Το διεθνές συνέδριο Φιλό-ξενη Αρχαιολογία: Στιγμές από το έργο των Ξένων Αρχαιολογικών Σχολών στην Ελλάδα και η φωτογραφική έκθεση που το συνοδεύει είναι μιας πρώτης τάξεως ευκαιρία για αναστοχασμό όχι μόνο του επιστημονικού έργου των αρχαιολογικών σχολών από την Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική στην Ελλάδα, αλλά και της παρουσίας τους, από άποψη συμβολική, ιδεολογική και πολιτική, εδώ και δυο αιώνες.

Πριν κιόλας από την ίδρυση του νεοελληνικού κράτους, όταν η αρχαιότητα φαινόταν ότι θα αποτελέσει τον βασικό πυρήνα της ταυτότητάς του, οι ξένοι αρχαιολόγοι, αλλά και οι κλασικές και αρχαιολογικές σπουδές όπως είχαν αναπτυχθεί στη δυτική Ευρώπη, έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στον τρόπο που οι νεοέλληνες προσέγγισαν και αντιλήφθηκαν τη δική τους αρχαιότητα. Μέσω της αρχαιότητας η νεοελληνική ταυτότητα εντάχθηκε στην Ευρώπη, και τούτο γιατί ο κλασικός ελληνισμός αποτέλεσε συστατικό στοιχείο της εθνικής ταυτότητας των δυτικών εθνών, πυρηνικό στοιχείο της ίδιας της δυτικότητας.

Ωστόσο, αυτή η σχέση ήταν μια μεταβαλλόμενη σχέση, πράγμα που καθόρισε και τις προτεραιότητες των ανασκαφέων και των μελετητών. Όλες οι φάσεις της ιστορίας της Δύσης, όπως ήταν ο Διαφωτισμός, ο ρομαντισμός, η αποικιοκρατία, ο φασισμός, η μεταπολεμική φιλελεύθερη δημοκρατία και ο ψυχρός πόλεμος, αλλά και άλλες παράμετροι όπως το άνοιγμα στις καινούργιες ταυτότητες και τις πολιτισμικές σπουδές, αποτυπώθηκαν στην ιστορία της αρχαιολογίας και της παρουσίας των ξένων αρχαιολογικών σχολών στην Ελλάδα.

Τα ερωτήματα που περιμένουμε να απαντήσει το συνέδριό σας είναι πού βρισκόμαστε σήμερα; Πώς διαμορφώνεται σήμερα η σχέση ανάμεσα στην αρχαιολογική επιστήμη και στις πολιτισμικές προτεραιότητες τόσο των χωρών προέλευσης αρχαιολογικών σχολών και αποστολών, όσο επίσης και της Ελλάδας; Οι σύγχρονες πραγματικότητες επηρεάζουν την αρχαιολογική επιστήμη, ή η εξέλιξή της εξαρτάται από τις εσωτερικές της εξελίξεις; Η κλασική αρχαιότητα δεν έχει σήμερα την κυρίαρχη θέση του εκπαιδευτικού ιδεώδους  που είχε τον 19ο αιώνα. Τι αναζητούμε όμως σήμερα σ’ αυτήν και ποια προσέγγιση θα μας ήταν χρήσιμη και ουσιαστική;

Για τον πολιτισμό της φυλακής και τους ανθρώπους που κάνουν το τραύμα δημιουργία

Κυριακή 14 Οκτωβρίου 2018


Προβολή ταινιών που έγινε στις φυλακές Κορυδαλλού μαζί με τους κρατούμενους – συντελεστές της ταινίας

Καθημερινά συναντάμε τείχη και κάγκελα, πραγματικά και συμβολικά, και είμαστε αναγκασμένοι να τα διασχίσουμε. Σήμερα εδώ, διασχίσαμε πραγματικά κάγκελα, που χωρίζουν την ελεύθερη ζωή της πόλης από την καθημερινή ζωή της φυλακής, η οποία αποτελεί μια δυστοπία. Ο πολιτισμός της φυλακής είναι ένας ευάλωτος πολιτισμός, πυκνός σε νοήματα και συναισθηματική φόρτιση. Αυτόν τον πολιτισμό είχαμε την ευκαιρία να δούμε σήμερα στον Κορυδαλλό στις δύο στις μικρού μήκους ταινίες που έφτιαξαν οι κρατούμενοι στο πρόγραμμα του υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού και του υπουργείου Δικαιοσύνης, στο οποίο συνεργάστηκαν το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου, ο σκηνοθέτης Αντώνης Κόκκινος, οι ηθοποιοί Γιάννης Στάνκογλου, Παύλος Κοντογιαννίδης και οι Κώστας Ξύδης, Χρήστος Παπαθανασίου, Endrit Bacay, Νίκος Κοτρέτσος, Edison Veazazg, Αθανάσιος Ξενογιαννάκης, Mario Mejdani, Θεόδωρος Μυλωνάς, Μάριος Γιάνναρης, Θεολόγος Φωτόσογλου, Ermis Kamberaj, Erald Gejergo, Σταύρος Τσέρος, Νίκος Βασιλόπουλος, Περικλής Ηλιού, Γιώργος Καρταλός, Αθανάσιος Ματουσίδης, Χριστίνα Κωστέα, Κατερίνα Τσαντού Γιώργος Προμπονάς, Διονύσης Μεσολογγύτης, Νίκος Κοτρέτσος, Skender Ndosha, Ervis Caushi, Δήμητρα Χριστοφόρου, Νίκος Βασιλόπουλος, Παναγιώτης Α. και Βασίλης Φ.

Είδαμε δυο ιστορίες που γεννήθηκαν, γράφτηκαν και διαδραματίστηκαν μέσα στη φυλακή και οι οποίες μιλούν για τη ματαίωση της σκέψης και της πράξης μέσα απ’ τα κάγκελα. Αυτή τη ματαίωση κατάφερε να καταπολεμήσει η συλλογική δουλειά της ομάδας που δούλεψε για την παραγωγή των δύο ταινιών. Όσοι συνεργάστηκαν και όσοι συνεργάζονται σε τέτοιες πρωτοβουλίες, καταφέρνουν να ξαναβρούν το νόημα της σχέσης του μέσα και του έξω κόσμου κι αυτό είναι ίσως η πιο σημαντική διαδικασία και για τις δύο πλευρές. Οι συντελεστές των ταινιών μίλησαν με ειλικρίνεια γι’ αυτή την εμπειρία.

 Πριν από χρόνια, στις φυλακές ανηλίκων της Κασσαβέτειας είχα το ίδιο συναίσθημα που είχα σήμερα το πρωί. Οι δυο μικρού μήκους ταινίες που είδαμε μεταφέρουν τις εικόνες της πραγματικής ζωής στη φυλακή, του τραύματος που μένει ανοιχτό αλλά που με την τέχνη καταφέρνει να γίνει δημιουργία και να κυκλοφορήσει τα νοήματα ανάμεσα στους δύο κόσμους.

Στην άλλη μεριά του δρόμου, καθώς έφευγα, είδα τον κόσμο που περίμενε να μπει στη δίκη της Χ.Α. Αυτό είναι ένα άλλο τεράστιο ανοιχτό τραύμα για τη δημοκρατία και τη δικαιοσύνη εδώ και τέσσερα χρόνια. Μια δύσκολη και σκληρή διαδικασία που περιμένει την ολοκλήρωση και δικαίωση.

«The Culture that Connects Us» της Google Arts & Culture και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής

Τρίτη 9 Οκτωβρίου 2018

Είναι χαρά μου να απευθύνω χαιρετισμό στην πρώτη εκδήλωση της Google με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, που ανακοινώνεται σήμερα στην Αθήνα, στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Έτους Πολιτιστικής Κληρονομιάς.

Η Google, που γιόρτασε πρόσφατα τα εικοστά γενέθλιά της, ήταν καταρχήν το πνευματικό προϊόν δύο μεταπτυχιακών φοιτητών, οι οποίοι δημιούργησαν το μακρινό 1998 την καλύτερη μηχανή αναζήτησης στο ίντερνετ. Η Google κατάφερε να γίνει η αγαπημένη επιλογή αναζήτησης και έρευνας στον κόσμο του διαδικτύου, προωθώντας τον πλουραλισμό, άρα και την δημοκρατία, ενώ ταυτόχρονα η πρόσβαση σε πολλαπλά επίπεδα γνώσης ενισχύει τα επιχειρήματα στον διάλογο. Παράλληλα, δίνεται η δυνατότητα και στους μη έχοντες να εμβαθύνουν στην γνώση.

Οι χρήστες πλέον, μέσω του πληκτρολογίου τους, μπορούν να ταξιδεύσουν σε ολόκληρο τον κόσμο και να εμπνευστούν από την ποικιλία και την διαφορετικότητα ή να βρουν κοινά σημεία και επιρροές.

Η Google δημιούργησε τη μη κερδοσκοπική πλατφόρμα Google Arts and Culture, ώστε σε συνεργασία με πολιτιστικούς φορείς να φέρει την πολιτιστική κληρονομία στο διαδίκτυο. Ένα έργο που δίνει την δυνατότητα σε όλους να έχουν πρόσβαση στην τέχνη και στον πολιτισμό, δηλαδή όχι μόνο σε εκθέματα αλλά και σε έργα τέχνης σφραγισμένα για το ευρύ κοινό για λόγους προστασίας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν οι εξαιρετικές νωπογραφίες της πηγής Πειρήνης στην Αρχαία Κόρινθο. Η πλατφόρμα αυτή, στοχεύει στην διαφύλαξη της πολιτιστικής μας κληρονομιάς για τις επόμενες γενιές, όπως έγινε και με την πανέμορφη Παλμύρα που αποτυπώθηκε προ της καταστροφής της στον αιματηρό εμφύλιο πόλεμο ο οποίος ταλανίζει την Συρία.

Η συνεργασία της Google με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, με τίτλο: «Ο Πολιτισμός που μας ενώνει», δείχνει την δύναμη που έχει η τεχνολογία στην προστασία και προβολή της κληρονομιάς μας, αλλά και την προσέλκυση της νέας γενιάς, επιβεβαιώνοντας τα λόγια του Matt Mullenweg, ιδρυτή της WorldPress: «Technology is best when it brings people together».

Στην Ελλάδα η πλατφόρμα της Google Arts and Culture συνεργάζεται με 11 πολιτιστικούς φορείς. Ψηφιοποίηση των συλλογών του Μουσείου της Ακρόπολης, του Μουσείου Μπενάκη και των παραρτημάτων του, του Νομισματικού Μουσείου, της Εθνικής Πινακοθήκης, η οποία είναι κλειστή λόγω εργασιών, ακόμη και δυνατότητα εικονικής περιήγησης στην Ιερά Μονή του Άγιου Ιωάννη στην Πάτμο, είναι μόνο μερικοί από τους καρπούς αυτής της σύμπραξης, που προσφέρονται σε όλους τους πολίτες του κόσμου.

Εμείς, ως Υπουργείο Πολιτισμού, εργαζόμαστε για να ευαισθητοποιήσουμε τους πολίτες όσον αφορά την διαχρονικότητα του ελληνικού πολιτισμού από τα αρχαία χρόνια έως τις μέρες μας, συνεισφέροντας στη διάσωση και τεκμηρίωση του πολιτιστικού μας αποθέματος μέσω της ψηφιοποίησης και στην προβολή του σε όλο τον κόσμο. Στόχος μας είναι αφενός μεν η παροχή δυνατότητας πληροφόρησης, πρόσβασης σε νέες μορφές γνώσεων και εκπαίδευσης, αφετέρου δε η παροχή ψηφιακών υπηρεσιών.

Υιοθετούμε, όμως, και τα προφητικά λόγια του Christian Lous Lange, «Technology is a useful servant but a dangerous master». Πιστεύουμε ότι είναι ευθύνη της πολιτείας να θέτει το πλαίσιο και τα όρια συνεργασίας με τα μεγάλα ιδιωτικά ιδρύματα και τις εταιρείες. Για τον λόγο αυτό, υποστηρίζουμε τις πρόσφατες νομοθετικές πρωτοβουλίες του Ευρωκοινοβουλίου να εκσυγχρονίσει το νομικό πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης που αφορά τα πνευματικά δικαιώματα των σύγχρονων δημιουργών. Επί αυτού του νομοθετικού πλαισίου απαιτούνται ακόμη σοβαρές νομοθετικές και τεχνικές διεργασίες, ιδιαίτερα στα άρθρα 11 και 13, τα οποία είναι γνωστά στο ευρύ κοινό με την ορολογία «link tax» και «upload filter». Είναι βέβαιο ότι εταιρίες όπως η Google θα δημιουργήσουν τις κατάλληλες τεχνολογικές πλατφόρμες, ώστε τα πνευματικά δικαιώματα των σύγχρονων δημιουργών να προστατεύονται εξίσου με την ελευθερία της έκφρασης.

Το πρόγραμμα της συνεργασίας της Google Art and Culture με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή «Ο Πολιτισμός που μας ενώνει» θέτει σε ορισμένα μέρη του, έστω και όχι ρητά, τα ερωτήματα περί πνευματικών δικαιωμάτων, καθώς δίνει την ευκαιρία σε καλλιτέχνες και Ευρωπαϊκούς δημιουργούς του Youtube να εκφράσουν τι σημαίνει Ευρωπαϊκή κληρονομία για αυτούς. Το Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού χαιρετίζει την προσπάθεια προσέλκυσης της νέας γενιάς στον πολιτισμό μέσω της τεχνολογίας και, στο μέτρο του δυνατού, θα σταθούμε αρωγοί στην προσπάθεια αυτή.